Σε μια κατάμεστη αίθουσα στο ξενοδοχείο Divan στην Κωνσταντινούπολη και με θέα τον Βόσπορο έλαβε χώρα την Τρίτη 22 Οκτωβρίου το συνέδριο Ship Route, παρουσία αξιωματούχων της τουρκικής κυβέρνησης, μελών της ευρωπαϊκής, ελληνικής και τουρκικής ναυτιλιακής κοινότητας αλλά και πληθώρας συμμετεχόντων. Το συνέδριο πραγματοποιήθηκε μία ημέρα πριν από την έναρξη της ναυτιλιακής έκθεσης Europort.
Το πρώτο πάνελ, του οποίου τον συντονισμό πραγματοποίησε ο πρόεδρος της BIMCO, κ. Nicolaus H. Schües, επικεντρώθηκε στη ναυτιλιακή χρηματοδότηση εν μέσω μιας περιόδου αυξημένης εστίασης στην αποανθρακοποίηση και στην ψηφιοποίηση της ναυτιλιακής βιομηχανίας.
Στο πάνελ συμμετείχαν οι:
· Theo Klimp, President of Royal Association of Netherlands Shipowners
· Δρ. Connie Roozen, C&B More Rotterdam Founding Tax Partner
· Andrew Losos, Senior Transport Specialist of World Bank
· Gust Biesbroeck, Partner, PROW Capital
H δρ. Roozen έδωσε, μεταξύ άλλων, έμφαση στο EU ETS και στο γεγονός ότι η θέσπιση ενός παρόμοιου μέτρου για την τουρκική και παγκόσμια ναυτιλία δύναται να είναι κοντά. Παρότι οι Τούρκοι πλοιοκτήτες αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο αυτό ως έναν πρόσθετο φόρο, η ίδια υπογράμμισε πως αυτό δεν ισχύει. Σε κάθε περίπτωση, πρόκληση παραμένει το να βρεθεί τρόπος διανομής των εσόδων από ένα τέτοιο μέτρο για καινοτόμα projects βιώσιμης ναυτιλίας στην Τουρκία.
Ο κ. Theo Klimp εστιάστηκε στην ανανέωση των στόλων των εταιρειών στην Ολλανδία και ευρύτερα στην Ευρώπη, καθώς και στην ενίσχυση της ενεργειακής αποδοτικότητάς τους, με το βλέμμα στο 2030. Η πλήρης αποανθρακοποίηση φέρεται να είναι οριακά αδύνατη επί του παρόντος, με τον κ. Klimp να αναφέρει ότι ένα υπερσύγχρονο πλοίο ή μια πολύ καινοτόμα πράσινη τεχνολογία συνεπάγονται υψηλά CAPEX και OPEX. Συνεπώς, ενώ οι ναυλωτές αρχικά ενδέχεται να δείξουν ενθουσιασμό, εν τέλει δεν θα ναυλώσουν το πλοίο, λόγω του κόστους αξιοποίησής του. Συνεπώς, η επένδυση σε καινοτόμα πλοία παραμένει σημαντικό ρίσκο για μια ναυτιλιακή εταιρεία.
Σε παρεμφερές μήκος κύματος, ο κ. Andrew Losos στάθηκε στην ανάγκη προσέλκυσης ιδιωτικών κεφαλαίων με στόχο την ανάπτυξη βιώσιμων έργων στη ναυτιλία καθώς και στις μεταφορές ευρύτερα. Προκειμένου να καταστεί αυτό εφικτό, ο κίνδυνος που ενέχει μια επένδυση για έναν ιδιώτη πρέπει να καταμεριστεί. Σύμφωνα με τον κ. Losos, δεν είναι εφικτό οι πλοιοκτήτες να είναι εκείνοι που θα επωμιστούν εξ ολοκλήρου τον κίνδυνο.
Παράλληλα, ο κ. Biesbroeck υπογράμμισε την απουσία τραπεζών από το συγκεκριμένο πάνελ, που ταυτόχρονα αναδεικνύει την ευρύτερη νωχελικότητά τους στο μέτωπο της ναυτιλιακής χρηματοδότησης. Κατά τον ίδιο, το ρίσκο που επωμίστηκαν οι τράπεζες παλαιότερα, και συγκεκριμένα πριν από την παγκόσμια κρίση της διετίας 2007-2008, οδήγησε στον αυστηρότερο έλεγχό τους, περιορίζοντας την ικανότητά τους να συμμετέχουν σε projects ναυτιλίας, τα οποία εξ ορισμού συνεπάγονται υψηλότερο ρίσκο. Κατά τον ίδιο, ο έλεγχος που υπόκεινται οι τράπεζες σε ορισμένες περιστάσεις είναι υπερβολικός.
Όσον αφορά ευρύτερα την αποανθρακοποίηση της ναυτιλιακής βιομηχανίας, οι συμμετέχοντες ανέδειξαν τον ρόλο των στρατηγικών συνεργασιών και συνεργειών. Για την εξασφάλιση χρηματοδότησης, οι ναυτιλιακές εταιρείες μπορούν να εστιαστούν στη σύναψη μακροχρόνιων και στρατηγικών συνεργειών με ναυλωτές, ανέφερε ο κ. Losos. Εμπειρία στη διαχείριση και μακροχρόνιες συμφωνίες μειώνουν το ρίσκο μιας επένδυσης στα «μάτια» ενός χρηματοπιστωτικού οργανισμού. Επιπλέον, σαφώς οποιαδήποτε πρωτοβουλία πρέπει να έχει ως άξονα και τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της βιομηχανίας.
Η δρ. Roozen πρότεινε τη συγκέντρωση όλων των stakeholders, από πλοιοκτήτες και ναυλωτές μέχρι και νομοθέτες, ναυπηγεία και τράπεζες. Συζητήσεις μεταξύ τους θα οδηγήσουν σε θετικά βήματα και εν τέλει στην εύρεση της λύσης για τη σημαντικότατη πρόκληση της ενεργειακής μετάβασης του κλάδου.
Πηγή-Φωτό: Ναυτικά Χρονικά