
*«Από πέτρα και θάλασσα-Οδοιπορικό στην ιστορία του Πειραιά» κάθε Πέμπτη στην εφημερίδα Κοινωνική
Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης*
Το πόντισμα τηλεγραφικού καλωδίου μεταξύ Πειραιά και Σύρου στις 26 Νοεμβρίου του 1858, αποτέλεσε μέγα ιστορικό γεγονός. Τουλάχιστον για την ηπειρωτική Ελλάδα που κατάφερε να συνδεθεί με τη Σύρο, που εξασφάλιζε αυτόματα και τη σύνδεση με το εξωτερικό. Κι αυτό, καθώς υπήρχε ήδη από το 1856 ποντισμένο τηλεγραφικό καλώδιο μεταξύ Σύρου – Χίου. Η Χίος την εποχή εκείνη, βρισκόταν στην κατοχή των Τούρκων, ενώ η Σύρος ήταν ακόμη το εμπορικό και ναυτικό κέντρο της Ελλάδας. Συνεπώς μια επέκταση προς Πειραιά της υπάρχουσας σύνδεσης, εξασφάλιζε την επικοινωνία με το εξωτερικό διαμέσου της Τουρκίας. Αυτή η νέα πραγματικότητα, τρανή απόδειξη της ανατέλλουσας τεχνολογίας, θεωρήθηκε τόσο επαναστατική τεχνολογικά που έφτασε να περιλαμβάνεται στην διδακτέα ύλη των ελληνικών σχολείων για πολλά χρόνια. Εκτός από το γεγονός της επικοινωνίας μεταξύ απόμακρων ελληνικών σημείων, θεωρήθηκε ότι θα αποτελούσε και ένα όπλο κατά της ληστοκρατούμενης υπαίθρου! Διότι ακόμα και τότε το ταξίδι από στεριάς θεωρείτο επικίνδυνη υπόθεση. Ανά γεωγραφική περιοχή κουμάντο στις μετακινήσεις έκαναν διάφορες συμμορίες που επέτρεπαν την διέλευση μόνο αν κατέβαλες κάποιο χρηματικό ποσό με την δικαιολογία ότι στην επικράτειά τους εξασφάλιζαν ομαλή διέλευση! Λάμβαναν δηλαδή τη θέση του «καλών» που βοηθούσαν και προστάτευαν τον απλό κόσμο από την παρουσία των «κακών».
Αργότερα τη θέση τους έλαβαν τα λεγόμενα «διόδια», αλλά αυτό αποτελεί άλλη ιστορική αναφορά. Η εξόντωση των ληστών αυτών θεωρήθηκε ότι θα επιτευχθεί με την εγκατάσταση τηλεγράφου σε όλη τη χώρα, καθώς οι αστυνομικές δυνάμεις θα ενημερώνονταν για τη δράση τους σε χρόνο συντομότερο από τις μετακινήσεις τους. Δε γνωρίζω αν πραγματικά ο τηλέγραφος συνέβαλε στην εξάλειψή τους. Η επιχείρηση εγκατάστασης καλωδίου αποτελείτο από δύο μέρη. Το πρώτο αφορούσε στην πόντισή του και το δεύτερο στην εναέρια τοποθέτησή του. Είχε σχεδιαστεί ώστε το ποντισμένο καλώδιο να έβγαινε από τη θάλασσα σε έναν όρμο της Πειραϊκής (σημερινός όρμος Σχολής Ναυτικών Δοκίμων) και από εκεί να συνέχιζε εναέρια διαδρομή. Και αυτός ο σχεδιασμός αποδείχθηκε σχεδόν ακατόρθωτος. Και το πρόβλημα βρισκόταν στο ίδιο το καλώδιο! Μέγας δωρητής του εναερίου καλωδίου εκ γουταπέρκας (με αυτό το υλικό έπρεπε να είναι επενδυμένο το καλώδιο) υπήρξε ο Τοσίτσας ο οποίος φρόντισε για την εισαγωγή του και την αποθήκευσή του στο Τελωνείο Πειραιώς. Με αυτό το σύρμα έπρεπε να γίνει η εναέρια σύζευξη από τον μικρό όρμο της Πειραϊκής μέχρι το Ταχυδρομείο Πειραιώς στην Ακτή Μιαούλη. Όταν όμως η τοποθέτηση ποντισμένου και εναερίου καλωδίου ολοκληρώθηκε, ο τηλέγραφος δεν λειτούργησε. Όλοι υποψιάστηκαν πως το πρόβλημα ήταν στο ποντισμένο καλώδιο. Μετά από πολλούς ελέγχους, αποδείχθηκε πως το πρόβλημα υπήρχε στο εναέριο καλώδιο του Τοσίτσα. Ο Γερμανικός μηχανικός από τη Σύρο που έσπευσε να εξετάσει το καλώδιο του Πειραιώς «εβεβαίωσε το υπουργείον ότι ο υποβρύχιος τηλέγραφος δεν έχει την ελαχίστην βλάβην και αν υπάρξει τις έλλειψις, πρέπει να υπάρχει εις τον τηλέγραφον της ξηράς».
Πράγματι, ο τεχνικός από τη Σύρο, αποδείχθηκε πως είχε δίκιο. Και η εξήγηση ήταν η εξής. Τη χρονιά εκείνη είχαν γίνει πολλές καταγγελίες από εμπόρους και ιδιώτες διότι εμπορεύματα εξαφανίζονταν από τις αποθήκες των Τελωνείων. Οι καταγγελίες αυτές προκάλεσαν την παρέμβαση της δικαιοσύνης που διέταξε την απογραφή των εμπορευμάτων των αποθηκών και την διενέργεια έρευνας των καταγγελιών. Οι τελωνειακοί από την πλευρά τους υποστήριζαν ότι καθώς οι αποθήκες φύλαξης δεν επαρκούσαν, πολλά από τα εμπορεύματα παρέμεναν στις προβλήτες του λιμανιού με ελλιπή φύλαξη. Και πραγματικά αυτό δεν μπορούσε να αμφισβητηθεί διότι έτσι συνέβαινε. Όταν όμως διατάχθηκε από την Εισαγγελία Πειραιώς η απογραφή των εμπορευμάτων του Τελωνείου που φυλάσσονταν εντός των αποθηκών, έπιασε ξαφνικά μια μεγάλη φωτιά και κατέκαυσε τα πάντα.
Ήταν κι αυτή μια μέθοδος ματαίωσης της καταμέτρησης. Από τη φωτιά, καταστράφηκαν ολοσχερώς τα φυλασσόμενα εμπορεύματα μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονταν και κάποια μέτρα του τηλεγραφικού καλωδίου της δωρεάς του Τοσίτσα. Σε μια προσπάθεια να μετριασθεί το μέγεθος της καταστροφής, δηλώθηκε ψευδώς πως το καλώδιο της δωρεάς είχε διαφύγει της πυράς. Έτσι μαζί με το χρήσιμο χρησιμοποιήθηκε και το άχρηστο καλώδιο του οποίου η επικάλυψη από γουταπέρκα είχε καεί! Μόνο όταν διαπιστώθηκε η καταστροφή του, το Υπουργείο Εσωτερικών ενέκρινε έκτακτη πίστωση 600.000 δραχμών για αγορά νέου, που πέρασε τόσο από τη Βουλή όσο και από τη Γερουσία και έγινε νόμος, που υπογράφηκε από τον ίδιο τον Βασιλιά Όθωνα. Με την πίστωση αυτή έγινε η αντικατάσταση του εναερίου καλωδίου που θα μετέφερε το σήμα του τηλεγράφου από τον μικρό όρμο μέχρι την Ακτή Μιαούλη που βρισκόταν εγκατεστημένο το πρώτο τηλεγραφείο. Μέρος της πίστωσης αυτής χρησιμοποιήθηκε και για την κατασκευή μικρού οικίσκου διαμονής των τεχνικών και του φύλακα του καλωδίου στο σημερινό όρμο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Έτσι ήταν γραφτό ο μικρός όρμος να αποκτήσει οικίσκο προστασίας με νόμο από την ίδια την Αμαλία! Και όταν ένας μικρός όρμος γίνεται αντικείμενο νομοθετικού έργου, αποτελεί αιτία προσδιορισμού της ονομασίας του.
Έτσι από τότε ο μικρός όρμος της Πειραϊκής χερσονήσου θα ονομαστεί, «Όρμος του Τηλεγράφου». Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων δεν είχε κάνει ακόμη την εμφάνισή της στον μικρό όρμο. Θα χρειαστεί να περάσουν πολλά χρόνια μέχρι να φτάσει το 1891 που ο Π. Βασσάνης θα αφήσει κληροδότημα στο Ελληνικό Κράτος 500 χιλιάδες χρυσά φράγκα για την ανέγερση Ναυτικής Σχολής, η λειτουργία της οποίας θα ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 1905. Από το 1884 που συστάθηκε η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων μέχρι το 1905 λειτουργούσε πάνω σε πλοίο που ήταν αραγμένο στο λιμάνι του Πειραιά. Το 1859 λοιπόν επιτεύχθηκε και η εναέρια σύνδεση του μικρού όρμου με το Τηλεγραφείο Πειραιώς και από εκεί με το Τηλεγραφείο Αθηνών. Η σύνδεση μέσω εναερίων καλωδίων παρουσίαζε πολλά προβλήματα τα οποία δεν ήταν τεχνικής φύσεως αλλά οφείλονταν στον κακό χαρακτήρα των ανθρώπων. Εκτεθειμένα σε κοινή θέα όπως ήταν τα εναέρια καλώδια, έλκυαν την προσοχή των μεθυσμένων ή άλλων που δεν είχαν μάθει να συνυπάρχουν με ξύλινες κολώνες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η Βασίλισσα Αμαλία να εκδώσει άλλο Διάταγμα για τη φύλαξη των εναερίων καλωδίων. Η Αμαλία ως γνωστό υπέγραφε αυθημερόν τα Διατάγματα, όταν ο Όθωνας βρισκόταν σε ταξίδι στο εξωτερικό ή στην επαρχία. Και με τις υπογραφές της Αμαλίας πορευόταν ουσιαστικά το ελληνικό κράτος, διότι ο Όθωνας ήταν λεπτολόγος. Μελετούσε και ξαναμελετούσε τα διατάγματα, τα διόρθωνε συντακτικά, επιστρέφοντάς τα πίσω στους συντάκτες τους, αλλά σπάνια τα υπέγραφε.
Και τα διατάγματα προς υπογραφή έφταναν κάποια στιγμή να σχηματίσουν σωρούς πάνω στο γραφείο του. Μέχρι που κάποια απουσία του έδινε το δικαίωμα στην Αμαλία να υπογράφει με την ένδειξη «Εν ονόματι του Βασιλέως» και κάπως έτσι προχωρούσαν τα θέματα που βάλτωναν για καιρό. Με ένα τέτοιο Διάταγμα της Αμαλίας που φέρει ημερομηνία 29 Αυγούστου 1861, εξασφαλίστηκε η φύλαξη της γραμμής Πειραιώς – Αθηνών από δύο πεζούς φύλακες, για την αποτροπή τέτοιων πράξεων. Όμως παρά τη μέριμνα για φύλακες της τηλεγραφικής γραμμής ώστε να εξασφαλίζεται η συνεχής λειτουργίας της, ο τηλέγραφος πολύ σύντομα ήταν περισσότερο ανενεργός παρά ενεργός. Κι αυτό, καθώς μόλις σε διάστημα δύο (2) ετών, η θάλασσα, τόσο χρόνο απαιτούσε, κατέστρεφε με διάβρωση τα ποντισμένα με τόσο κόπο καλώδια. Ποιο ήταν όμως το πρώτο τηλεγράφημα που εξέπεμψε το τηλεγραφείο του Πειραιά;
Εδώ οι απόψεις διίστανται. Φαίνεται να ήταν ο Δήμαρχος Πειραιά Ράλλης που με τηλεγράφημα κάλεσε την κόρη του η οποία είχε παντρευτεί τον Δήμαρχο Σύρου Δαμαλά, να έρθει στον Πειραιά για να περάσουν μαζί της γιορτές. Ωστόσο ο Ι. Καιροφύλας έχει καταγράψει ότι ήταν η Βασίλισσα Αμαλία που χρησιμοποίησε πρώτη τον τηλέγραφο του Πειραιά καθώς ανέμενε εμπορεύματα που είχε αγοράσει παλαιότερα στην Γερμανία και είχε δώσει εντολή να στείλουν ακτοπλοϊκώς στην Ελλάδα. Έστειλε τον υπασπιστή της στον Πειραιά για να τηλεγραφήσει στη Σύρο και να μάθουν αν έφτασε το πλοίο με τα πράγματά της. Όμως αυτή ήταν απόπειρα επικοινωνίας καθώς ο τηλεγραφητής στη Σύρο έχοντας αφήσει ανοιχτή τη γραμμή επικοινωνίας με την Τουρκία, λάμβανε ακαθόριστα μηνύματα από τα οποία δεν έβγαινε νόημα. Κατόπιν αυτού μάλλον το τηλεγράφημα του Δημάρχου Πειραιώς ήταν το πρώτο και εκείνο που ουσιαστικά εγκαινίασε τη τηλεγραφική γραμμή. Το λιμανάκι του Τηλεγράφου, από το 1878 θα συγκεντρώσει όλα τα θαλάσσια σύρματα επικοινωνίας από πολλά πλέον νησιά και όχι μόνο από τη Σύρο. Τη διαχείριση πλέον θα αναλάβει η εταιρεία «Εastern».
* Ο Στέφανος Μίλεσης γεννήθηκε το 1964 στη Φρεαττύδα, στον Πειραιά όπου κατοικεί μέχρι και σήμερα. Είναι συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής και ραδιοφωνικός παραγωγός. Το 2009 δημιούργησε το ιστολόγιο «Πειραιόραμα Ιστορίας και Πολιτισμού», με αποκλειστικό σκοπό την προβολή της ιστορίας του Πειραιά. Ραδιοφωνικός παραγωγός στην Δημοτική Ραδιοφωνία Πειραιά «Κανάλι Ένα» (90,4) και στον σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» (91,2).
Έχει δώσει πλήθος ομιλιών και διαλέξεων με θέματα από την ναυτική και την τοπική ιστορία, σε σχολεία δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια, σε πολιτιστικούς συλλόγους και σε πνευματικά ιδρύματα. Διετέλεσε διδάσκων εισηγητής στο πρόγραμμα «Ενορία Εν Δράσει» της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και είναι εισηγητής στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Ιδρύματος Λασκαρίδη, με τίτλο «Το μεγάλο λιμάνι σταυροδρόμι των εξελίξεων στην ελληνική ιστορία» που απευθύνεται σε μαθητές δημοτικών σχολείων και γυμνασίων.
Το 2014 εκλέχθηκε Γενικός Γραμματέας της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς και από το 2016 είναι Πρόεδρος αυτής. Είναι μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, του Πειραϊκού Συνδέσμου, του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος και της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου.
Έχει ξεπεράσει τις 160 διαλέξεις σε πνευματικά και πολιτιστικά κέντρα του Πειραιά.
Πάνω από 800 άρθρα πειραϊκής και ναυτικής ιστορίας έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο από διάφορες ιστοσελίδες. Έχει τιμηθεί από πολλούς συλλόγους στον Πειραιά και έχει μετάσχει ως εξωτερικός συνεργάτης σε τηλεοπτικές παραγωγές. Προσέφερε από διάφορες θέσεις τις υπηρεσίες του ως μέλος, γραμματέας και Πρόεδρος Επιτροπών Κοινωνικής Συμπαράστασης. Υπήρξε Μέλος Διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας και υπαρχηγός δράσεων αυτής. Έχει τιμηθεί με το Χαλκούν Μετάλλιο Ερυθρού Σταυρού, το Μετάλλιο Παλαιού Προσκόπου και το Μετάλλιο Αθανασίου Λευκαδίτη.