Εφημερίδα Κοινωνική

Ταξίδι στο Πέραμα – Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης

 Breaking News

Ταξίδι στο Πέραμα – Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης
27 Μαΐου 2021

banner_milesis

 

 

 

 

 

 

 

 

 

*«Από πέτρα και θάλασσα-Οδοιπορικό στην ιστορία του Πειραιά» κάθε Πέμπτη στην εφημερίδα Κοινωνική
Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης*
Το Πέραμα αναπόσπαστο κάποτε προάστειο του Πειραιά, αποτελούσε στα τέλη του 19ου αιώνα, αρχές του 20ου, έναν μαγευτικό πευκόφυτο προορισμό με ήρεμα γαλάζια νερά και ελάχιστα σπίτια αλιέων. Όμως δεν ήταν καν συνοικισμός, απλά ένα ίχνος από παρουσία ψαράδων. Κάποιοι από αυτούς είχαν στήσει μάλιστα και κάποια μαγαζάκια, που προσέφεραν σε χαμηλές τιμές ψάρια και καλή ρετσίνα. Το Πέραμα αν και απέχει από τον Πειραιά λιγότερο από δέκα περίπου χιλιόμετρα, φάνταζε τότε πολύ μακρινός και απόμερος προορισμός. Το τέρμα της διαδρομής οριοθετούσε το λεγόμενο «πέρασμα», το ακρότατο δηλαδή σημείο από όπου έπαιρνε κάποιος την βάρκα για να περάσει από την Αττική γη στην αντικρινή Σαλαμίνα.

Για αυτό και μόνο το γεγονός, η στρατηγική σημασία του Περάματος υπήρξε μεγάλη και για το νησί της Σαλαμίνας αλλά και για την Αττική. Από πάνω του δεσπόζει το όρος Αιγάλεω στην κορυφή του οποίου ο Ξέρξης είχε στήσει το θρόνο του για να θαυμάσει την υποτιθέμενη συντριβή των Ελλήνων, μόνο που τελικά έγινε μάρτυρας της ολικής καταστροφής του δικού του στόλου. Από το Πέραμα οι Έλληνες τροφοδοτούσαν τις δυνάμεις τους που επιχειρούσαν το 1827 στο Κερατσίνι, στην Καστέλλα και σε άλλα σημεία του Πειραιά. Κι όταν κάποτε έπιασε τρικυμία και διακόπηκε η τροφοδοσία των ελληνικών δυνάμεων για μέρες, έφτασαν οι άνδρες του Κερατσινίου να τρώνε χόρτα που μάζευαν στη γύρω περιοχή, ενώ εκείνοι της Καστέλλας που δεν υπήρχε ούτε χορτάρι να μαζέψουν, κατέβηκαν στην παραλία και μάζευαν φύκια. Και ο Καραϊσκάκης φοβούμενος τα χειρότερα έφτασε μαζί με τον Κασομούλη στο Πέραμα, κι έμειναν σε μια σπηλιά για να προσευχηθούν στον Θεό να τους δώσει τη χάρη να ανοίξει το πέρασμα της τροφοδοσίας όπως πραγματικά κι έγινε. Πέραν όμως του στρατηγικού του ρόλου του Περάματος, στη σύγχρονη εποχή η περιοχή αποτελούσε τόπο διακοπών, ειδικά για τις λαϊκές οικογένειες που κατασκήνωναν κάτω από τα πεύκα του από τις αρχές κιόλας του καλοκαιριού. Παράλληλα λόγω του απόμακρου αποτελούσε καταφύγιο για ζευγαράκια νέων της εποχής.

Για όλους αυτούς τους λόγους επικράτησε τόσο μεταξύ των παραθεριστών όσο στον ημερήσιο τύπο να αποκαλείται το «Μαγευτικό Πέραμα». Δροσιά, δάση, ωραίες ακρογιαλιές κατάλληλες για μπάνια, ταβερνάκια με φθηνές τιμές, φρέσκα πάντοτε ψάρια και θαλασσινά συνοδεία εκλεκτής αγνής ρετσίνας. Δεν μπορούσε άλλωστε κάποιος να οικοδομήσει στην περιοχή που αποτελούσε εκκλησιαστική ιδιοκτησία διαχειριζόμενη από τον «Ο.Δ.Ε.Π.» (Οργανισμός Διαχείρισης Εκκλησιαστικής Περιουσίας). Όμως η περίοδος με τις μεγάλες ιστορικές για τον ελληνισμό ανακατατάξεις, η ταραχώδης δεκαετία του 1920, μετά την καταστροφή του ’22 στάθηκε η αφορμή να εγκατασταθούν στο Πέραμα 500 πρόσφυγες από την περιοχή Φαναράκι Βοσπόρου. Καθώς ήθελαν να μην διασπαστούν, να μη χαθούν ανάμεσα στα πλήθη των χιλιάδων άλλων προσφύγων που κατέφταναν από το ’22 κι ύστερα στην Ελλάδα, αποφάσισαν να εγκατασταθούν σε μια περιοχή που θεωρείτο τότε απόμακρη, γινόμενοι βεβαίως εξ ανάγκης «καταπατητές» και νέοι οικιστές μιας περιοχής για την οποία δεν υπήρχε διαμορφωμένο σχέδιο πόλεως.

Ένα γεγονός που επίσης ενίσχυσε την αλλαγή του χαρακτήρα του Περάματος, συνέβη λίγα χρόνια αργότερα, όταν το 1928 όλα τα μεγάλα ναυπηγεία ξύλινων σκαφών και ιστιοφόρων που έδρευαν στον Πειραιά, μεταφέρθηκαν από τον λιμένα των Αλών, μπροστά δηλαδή από τον σημερινό Ηλεκτρικό Σταθμό Πειραιώς και τον διπλανό Άγιο Διονύσιο και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή του Περάματος. Οι διακόσιοι περίπου ταρσανατζήδες που εργάζονταν σε αυτά ακολούθησαν τη μετεγκατάστασή τους και έφτιαξαν τα σπιτικά τους δίπλα στα προσφυγικά.  Ήδη από το Νοέμβριο του 1930 είχαν υπήρχαν σκέψεις για κατασκευή τροχιοδρομικής γραμμής που θα συνέδεε τον Πειραιά με το Πέραμα. Όμως η έναρξη εργασιών διαρκώς αναβαλλόταν καθώς ο πληθυσμός του Περάματος δεν ήταν αρκετός για να επιφέρει κέρδη στη λειτουργία μιας τέτοιας γραμμής. Άλλωστε και οι υπηρετούντες στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας εξυπηρετούνταν από τις «ευκαιρίες» που αναχωρούσαν καθημερινώς από του Τζελέπη. Χρειάστηκε να προηγηθεί ο διαμελισμός του Δήμου Πειραιά σε μικρότερους άλλους δήμους και κοινότητες το 1934 για κομματικούς φυσικά λόγους που δεν είναι του παρόντος να αναφέρουμε.

Τότε ήταν που το Πέραμα ανακηρύχθηκε κοινότητα. Μόνο τότε πείσθηκε ο Υπουργός Συγκοινωνίας Αβραάμ και έδωσε εντολή να ξεκινήσουν οι εργασίες για κατασκευής γραμμής τροχιοδρόμου που εγκαινιάστηκε στις 20 Ιουλίου του 1936. Όλη εκείνη την προπολεμική περίοδο, τα καρνάγια γίνονταν ολοένα και περισσότερα καταλαμβάνοντας σταδιακά την ακτή και μαζί με αυτά κατέφτανε προς εγκατάσταση πλήθος από καλαφατζήδες, ταρσανατζήδες κι άλλους μάστορες του είδους. Το αλλοτινό πευκόφυτο Πέραμα βρέθηκε στην απογραφή πληθυσμού που διέταξε ο Ι. Μεταξάς λίγες μέρες πριν την κήρυξη του πολέμου, με 2.000 κατοίκους. Κατά την διάρκεια της Κατοχής το Πέραμα υπήρξε σπουδαίος τόπος «απόδρασης» από την κατοχική Ελλάδα, αρχικά προς τα νησιά με τελικό προορισμό τον Λίβανο και τη Συρία και την Αίγυπτο. Τα δεκάδες εκατοντάδες ψαροκάικα του Περάματος χρησιμοποιήθηκαν όσο ήταν δυνατόν για μεταφορές μηνυμάτων, μετακινήσεις σαμποτέρ και άλλων αντιστασιακών πράξεων. Εκείνη τη μαύρη περίοδο ήταν που εξαφανίστηκαν όλες οι δασικές εκτάσεις της περιοχής. Τόσο οι ίδιοι οι Περαματιώτες όσο και από όλες τις γύρω περιοχές κατέφταναν να πάρουν ξύλα για να θερμανθούν τις δύσκολες νύχτες του Χειμώνα.

Μέχρι να φύγουν οι Γερμανοί το μεγαλύτερο μέρος του Περάματος είχε απογυμνωθεί από τα πεύκα που το κάλυπταν. Μεταπολεμικά το Πέραμα συνεχίζει να είναι η συνοικία των αντιθέσεων με τα ναυπηγεία και τον εργατόκοσμο να κυριαρχούν, αλλά με κάποια σημεία πευκόφυτα κάτω από τα οποία δεσπόζουν πρόχειρα ταβερνάκια, να συνεχίζουν να δίνουν έναν τόνο γραφικότητας έστω και σε περιορισμένο βαθμό στην εργατούπολη. Το τοπίο υποβαθμίστηκε όταν αποφασίστηκε στον κόλπο των Αμπελακίων να μεταφερθούν τα παλιά πλοία και σύντομα να μεταβληθεί σε ένα απέραντο κοιμητήριο σκαφών. Σκάφη διαφόρων μεγεθών και τύπων παρέμεναν εκεί εγκαταλελειμμένα, αλλά μισοβυθισμένα κι άλλα χαμένα κάτω από την επιφάνεια του νερού με μόνη απόδειξη της ύπαρξής τους κάποιο ιστίο τους να εξέχει σκουριασμένο σαν χέρι υψωμένο στον ουρανό. Παράλληλα πολλά από τα ξυλοναυπηγεία προσαρμόστηκαν στη νέα εποχή και άρχισαν να δημιουργούν υποδομές για επισκευή μεταλλικών σκαφών. Το 1951 οι κάτοικοι του Περάματος έφτασαν τους 5 χιλιάδες ενώ κατά μήκος των ακτών του εκτός από καρνάγια ολοένα και ξεφύτρωναν πλήθος από ταβέρνες, κουτούκια, ρεμπετάδικα (νόμιμα και παράνομα) με σπουδαίους καλλιτέχνες του είδους να τραγουδάνε σε αυτά. Για χρόνια το Πέραμα δεν είχε νερό, ούτε αποχετευτικό δίκτυο κι αυτό διότι όπως προαναφέραμε ούτε σχέδιο πόλεως υπήρχε, ούτε οι εγκαταστάσεις των οικιστών έγιναν με νόμιμο τρόπο. Έτσι χρειάστηκε η παρέμβαση του κράτους που αποζημίωσε τον Ο.Δ.Ε.Π. και στη συνέχεια πούλησε τις εκτάσεις σε αυτούς που ήδη έμεναν εκεί.

Η τιμή καθορίστηκε από την απόσταση της γης που κατείχε ο καθένας από την ακτή. Στην παραλία η τιμή ήταν δέκα φορές μεγαλύτερη από εκείνους που είχαν εγκατασταθεί στους πρόποδες του λόφου. Όμως η φτώχια ανάγκαζε όλο και περισσότερους ανθρώπους να καταφτάνουν στο Πέραμα και να σκαρφαλώνουν πάνω στο βουνό, όλο και ψηλότερα, για να στήσουν ένα παράπηγμα με ότι υλικά έβρισκαν πεταμένα. Έτσι διαμορφώθηκε μια ορεινή παραγκούπολη, που όσο περνούσαν τα χρόνια επεκτείνονταν με το κράτος να επιδίδεται μετά μανίας στον αγώνα των κατεδαφίσεων και τον απελπισμένο κόσμο να προσπαθεί να επιβιώσει με ό,τι μέσο διέθετε. Όμως αυτή δεν ήταν μόνο η ιστορία των κατοίκων του Περάματος αλλά των περισσοτέρων συνοικιών του Πειραιά. Όλες αυτές οι εικόνες αποτυπώνονται εν μέρει στην ταινία «Ταξίδι» του Ντίνου Δημόπουλου που γυρίστηκε το 1962 με πρωταγωνιστές τους Νίκο Κούρκουλο και Αλίκη Βουγιουκλάκη. Φυσικά όταν τα συνεργεία κατέβηκαν στο Πέραμα έγινε το απερίγραπτο. Η ταινία ήταν αδύνατον να γυριστεί. Πλήθος ανθρώπων αναγνώρισε την Βουγιουκλάκη και ο διευθυντής παραγωγής αναγκάστηκε να ζητήσει αστυνομική βοήθεια για να καταφέρουν να απεγκλωβιστούν από τον κόσμο.

Περιγράφουν οι δημοσιογράφοι και οι φωτορεπόρτερ της εποχής την εικόνα πλέον ενός Περάματος που είναι διαφορετικό από το προηγούμενο. Ακίνητη σα λίμνη θάλασσα, βρώμα, φλούδες από καράβια που άγνωστο πώς συνεχίζουν να επιπλέουν, απολιθωμένα από την δυστυχία πρόσωπα. Σπίτια με ένα μόνο δωμάτιο αραιά μεταξύ τους απλώνονται μέχρι πάνω στο βουνό. Γκαζοτενεκέδες, βαρέλια ασπρισμένα, να εκτελούν χρέη γλάστρας με κάθε είδους πρασινάδα. Το σπίτι που φιλοξενήθηκε η Αλίκη είναι προνομιούχο. Διαθέτει αυλή και κουζίνα δική του καθώς και σιδερένιο κρεβάτι. Στα περισσότερα σπίτια όσο πρόχειρα κι αν είναι κατασκευασμένα κρέμεται σε κάποια από τις γωνιές τους ένα καντήλι από το ταβάνι. Δίπλα σε αυτό εντός προθήκης προστατευμένα τα στέφανα. Φωτογραφίες στους τοίχους που συνήθως αναπαριστούν το ζευγάρι την ημέρα του γάμου τους, εκείνος γαμπρός να κρατάει το χέρι εκείνης που είναι νύφη. Εκεί στο Πέραμα η Βουγιουκλάκη κατά την διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας γιόρτασε τα γενέθλιά της. Εκείνο τον Ιούλιο του 1962 γινόταν 28 ετών. Κάποιοι Περαματιώτες της έκαναν δώρο κομπολόγια με χονδρές χάνδρες. Το ταξίδι στο Πέραμα όμως τελείωσε…

* Ο Στέφανος Μίλεσης γεννήθηκε το 1964 στη Φρεαττύδα, στον Πειραιά όπου κατοικεί μέχρι και σήμερα. Είναι συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής και ραδιοφωνικός παραγωγός. Το 2009 δημιούργησε το ιστολόγιο «Πειραιόραμα Ιστορίας και Πολιτισμού», με αποκλειστικό σκοπό την προβολή της ιστορίας του Πειραιά. Ραδιοφωνικός παραγωγός στην Δημοτική Ραδιοφωνία Πειραιά «Κανάλι Ένα» (90,4) και στον σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» (91,2).

Έχει δώσει πλήθος ομιλιών και διαλέξεων με θέματα από την ναυτική και την τοπική ιστορία, σε σχολεία δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια, σε πολιτιστικούς συλλόγους και σε πνευματικά ιδρύματα. Διετέλεσε διδάσκων εισηγητής στο πρόγραμμα «Ενορία Εν Δράσει» της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και είναι εισηγητής στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Ιδρύματος Λασκαρίδη, με τίτλο «Το μεγάλο λιμάνι σταυροδρόμι των εξελίξεων στην ελληνική ιστορία» που απευθύνεται σε μαθητές δημοτικών σχολείων και γυμνασίων.

Το 2014 εκλέχθηκε Γενικός Γραμματέας της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς και από το 2016 είναι Πρόεδρος αυτής. Είναι μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, του Πειραϊκού Συνδέσμου, του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος και της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου.

Έχει ξεπεράσει τις 160 διαλέξεις σε πνευματικά και πολιτιστικά κέντρα του Πειραιά.

Πάνω από 800 άρθρα πειραϊκής και ναυτικής ιστορίας έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο από διάφορες ιστοσελίδες. Έχει τιμηθεί από πολλούς συλλόγους στον Πειραιά και έχει μετάσχει ως εξωτερικός συνεργάτης σε τηλεοπτικές παραγωγές. Προσέφερε από διάφορες θέσεις τις υπηρεσίες του ως μέλος, γραμματέας και Πρόεδρος Επιτροπών Κοινωνικής Συμπαράστασης. Υπήρξε Μέλος Διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας και υπαρχηγός δράσεων αυτής. Έχει τιμηθεί με το Χαλκούν Μετάλλιο Ερυθρού Σταυρού, το Μετάλλιο Παλαιού Προσκόπου και το Μετάλλιο Αθανασίου Λευκαδίτη.

 

 

 

 


 



Σχετικά άρθρα

Τελευταια

Εφημερεύοντα Φαρμακεία ΑΤΤΙΚΗΣ