
«Από πέτρα και θάλασσα-Οδοιπορικό στην ιστορία του Πειραιά» κάθε Πέμπτη στην εφημερίδα Κοινωνική
Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης*
Στις δυόμιση τα ξημερώματα της 4ης Αυγούστου του 1898 πέθανε ο Ιωάννης Χατζηκυριακός, μέγας ευεργέτης του Πειραιά, βυθίζοντας σε θλίψη την πόλη. Μέχρι σήμερα το όνομά του διασώζεται από το ομώνυμο ορφανοτροφείο Θηλέων καθώς και από τμήμα κεντρικής λεωφόρου που οδηγεί σε αυτό. Αξίζει να αναφερθεί ότι αποτελεί σπάνια περίπτωση λεωφόρος στον Πειραιά να λάβει ονομασία προς τιμή ενός ευεργέτη, ενόσω ακόμα αυτός βρίσκεται εν ζωή. Διότι το τμήμα της μεγάλης λεωφόρου Σωκράτους από τη συνοικία Βρυώνη μέχρι το τέλος της, που τότε έφτανε μέχρι το ίδρυμα, μετονομάστηκε προς τιμή του σε Λεωφόρος «Ιωάννου Χατζηκυριακού», τον Αύγουστο του 1896, όταν ακόμα ο ευεργέτης βρισκόταν εν ζωή. Ο Ιωάννης Χατζηκυριακός γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1811 και μεγάλωσε από τους γονείς του γαλουχούμενος με τα ιδανικά της επανάστασης έχοντας ως πρότυπα τις μεγάλες και ηρωικές μορφές της παλιγγενεσίας. Ξεκίνησε να εργάζεται από τα παιδικά του χρόνια αναζητώντας διαρκώς την τύχη του. Έφτασε στην Ελλάδα σε ηλικία 16 ετών, στη Σύρο αρχικά και στη συνέχεια στον Πειραιά όπου εγγράφηκε δημότης. Άνοιξε κατάστημα εμπορίας καπνού στην Αθήνα, στην Αγία Ειρήνη και σύντομα απέκτησε μεγάλη περιουσία το ύψος της οποίας ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο δραχμές. Παρά το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις του τον απασχολούσαν διαρκώς αναζητούσε τρόπους ευεργεσίας και έκφρασης φιλανθρωπίας.
Ήταν ανιψιός της Ελένη Νικήτα Ζαννή και ασκώντας μεγάλη επιρροή σε αυτήν την έπεισε να ιδρύσει ένα ορφανοτροφείο αρρένων, μιμούμενη το σύζυγό της Νικήτα Ζαννή ιδρυτή του ομώνυμου νοσοκομείου. Έκτοτε επιθυμούσε να συμπληρώσει το έργο της θείας του, οικοδομώντας κι αυτός ένα ορφανοτροφείο θηλέων. Πώς όμως είχε συλλάβει την ιδέα αυτή; Λέγεται ότι κάποτε τον επισκέφθηκε στο σπίτι του μια γυναίκα που είχε βρεθεί παλαιότερα στην δούλεψή του ως οικιακή βοηθός. Είχε παντρευτεί και είχε αποκτήσει μια κόρη την οποία δεν μπορούσε να συντηρήσει λόγω έλλειψης πόρων. Κλαίγοντας διηγήθηκε τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε και την απελπιστική κατάσταση που είχε φτάσει. Ο Χατζηκυριακός τη βοήθησε με ένα σημαντικό ποσό και την έστειλε πίσω στο σπίτι της. Καθώς δεν είχε αποκτήσει παιδιά, ενθουσιάστηκε με την ιδέα να γίνει πατέρας όλων των ορφανών και απροστάτευτων κοριτσιών. Για αυτό και όσο ωρίμαζε μέσα του αυτή η σκέψη, τόσο περισσότερο την εξύψωνε σε επίπεδα πέρα της απλής στέγασης και σίτισης ορφανών. Δεν θα οικοδομούσε ένα απλό οίκημα αλλά θα εξασφάλιζε και το μέλλον τους. «Τα ορφανοτροφεία» έλεγε «δεν επιτελούν το σκοπό αυτό. Διότι στην ηλικία που ένα κορίτσι διατρέχει τους μεγαλύτερους κινδύνους, τότε το πετούνε έξω από το κατάστημα. Εγώ πρόβλεψα δια αυτό. Κανένα κορίτσι δεν θα βγαίνει από το κατάστημα αν δε παντρευτεί πρώτα. Θα είναι αυτό όμως τόσο εύκολο διότι θα λαμβάνει από το ίδρυμα προίκα».
Το 1875 αναγγέλλει στον φίλο του Τρύφωνα Μουτζόπουλο που τότε ήταν δήμαρχος Πειραιά, την απόφασή του να του βρει το κατάλληλο οικόπεδο για την ανέγερση του κτηρίου. Καθώς ο Τ. Μουτσόπουλος δεν διέθετε τέτοια έκταση, απευθύνθηκε στο Υπουργείο των Οικονομικών όπου ζήτησε και τελικώς έλαβε 150 στρέμματα επί της δυτικής ακτής της Πειραϊκής χερσονήσου. Από αυτή την έκταση ο Μουτσόπουλος παραχώρησε τα 50 στρέμματα για το ορφανοτροφείο του Χατζηκυριακού. Η οικοδόμηση ενός ορφανοτροφείου αποτελούσε τότε για τον Πειραιά πρώτης προτεραιότητας έργο καθώς το λιμάνι πρώτο πανελληνίως συγκέντρωνε το μεγαλύτερο αριθμό ορφανών και παρατημένων παιδιών, αγοριών και κοριτσιών που περιφέρονταν αναζητώντας εργασίες του περιθωρίου τις περισσότερες φορές που θα εξασφάλιζαν την επιβίωσή τους. Ένας αριθμός Γαβριάδων μονίμως διογκούμενος που αποτελούσαν πλέον ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του Πειραϊκού λιμανιού. Η προσφορά γης εκ μέρους του Δήμου έγινε όμως με την προϋπόθεση να μην παρέλθει άπρακτη πενταετής προθεσμία, η παρέλευση της οποίας θα ακύρωνε την δωρεά.
Για αυτό και αρχικά οικοδομήθηκε ένας πρόχειρος οικίσκος προς νομιμοποίηση της κατοχής. Το 1889 δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως η έγκριση του καταστατικού του Ορφανοτροφείου Θηλέων Ιωάννου και Μαριγούς Χατζηκυριακού. Στις 30 Απριλίου της ίδιας χρονιάς, δημαρχεύοντος Θεόδωρου Ρετσίνα, η Βασίλισσα Όλγα κατέθεσε το θεμέλιο λίθο του νέου αυτού μεγάλου φιλανθρωπικού ιδρύματος, το οποίο μάλιστα έθεσε υπό την προστασία της. Και ενώ η οικοδόμηση προχωρούσε με γοργούς ρυθμούς ένα μεγάλο πρόβλημα παρουσιάστηκε. Κατατέθηκε μήνυση εναντίον του Χατζηκυριακού για μια μεσοτοιχία ξενοδοχείου με την επωνυμία «Μέγα Ξενοδοχείο Αθηνών» ιδιοκτησίας του, στη συμβολή των οδών Σταδίου και Κοραή, το οποίο προόριζε ο Χατζηκυριακός προς εξασφάλιση εισοδημάτων του ορφανοτροφείου. Ένα κοινό τοιχίο του ξενοδοχείου με τον όμορο ιδιοκτήτη Σπυρίδωνα Εφέσιο, στάθηκε αφορμή διαφωνίας. Εξαιτίας όμως των ατέλειωτων δικαστικών περιπετειών που τον ταλαιπωρούσαν, διέκοψε την οικοδόμηση του ορφανοτροφείου μέχρι την οριστική επίλυση του προβλήματος. Η δικαστική διαμάχη για τον Χατζηκυριακό δεν είχε να κάνει με τα χρήματα που ίσως πλήρωνε, αλλά με τις αξίες ηθικής που πρέσβευε, διότι ένιωθε ότι ουδείς αναγνώριζε τις προθέσεις και το έργο του. Ο Θεόδωρος Ρετσίνας, στον οποίο ο Χατζηκυριακός είχε ζητήσει να μεσολαβήσει δεν ενήργησε αποτελεσματικώς.
Έτσι ο Χατζηκυριακός απογοητευμένος αποσύρθηκε. Μόνο όταν Δήμαρχος Πειραιώς εκλέχθηκε εκ νέου ο Τρύφωνας Μουτζόπουλος η διαμάχη έλαβε τέλος. Ο Μουτζόπουλος ανέλαβε τη σε βάρος του ευεργέτη οικονομική διαφορά που είχε επιδικαστεί και ο Δήμος Πειραιώς κατέβαλε 8 χιλιάδες δραχμές στον διάδικο Εφέσιο, για να επιτύχει μια συμβιβαστική λύση. Ικανοποιημένος ο Χατζηκυριακός από τη μεσολάβηση του Τρύφωνα Μουτζόπουλου για τον οποίο εξέτρεφε μεγάλη εμπιστοσύνη, όταν αποπερατώθηκε η οικοδόμηση, φρόντισε να τοποθετηθεί στην πρόσοψη μια μαρμάρινη πινακίδα που έγραφε: «Το Ορφανοτροφείο τούτο αποπερατώθη εν έτει 1897 υπό των ιδρυτών αυτού και επί Δημάρχου Πειραιώς Τρύφωνος Μουτσοπούλου, ηθικώς μεριμνήσαντος ίνα μη διακοπεί η αποπεράτωσις αυτού επί βλάβη του τε Έθνους και του Δήμου Πειραιώς». Το ορφανοτροφείο για τον Χατζηκυριακό ήταν έργο ζωής για αυτό και στο καταστατικό του μπορεί να βρει κάποιος σήμερα, μέχρι και τις μικρότερες λεπτομέρειες που αφορούν στη λειτουργία του, όπως για παράδειγμα την απαγόρευση ανάμιξης πολιτικών στη λειτουργία του με μοναδική εξαίρεση ο να αποτελεί ο Τρύφωνας Μουτσόπουλος.
Για την οικοδόμηση του Ορφανοτροφείου δαπανήθηκαν 550 χιλιάδες δραχμές ενώ για την συντήρησή του ο ευεργέτης άφησε όλη του την περιουσία αποτελούμενη από το «Μέγα Ξενοδοχείο Αθηνών» στην οδό Σταδίου που προαναφέραμε και άλλα ακίνητα στην Αθήνα, η αξία των οποίων ανερχόταν στο ποσό του ενός εκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων δραχμών. Ενδεικτικά αναφέρονται μεγάλη οικία στην οδό Θεμιστοκλέους, το κατάστημά του στην Αγία Ειρήνη, ακίνητα στην οδό Κυδαθηναίων και άλλα. Η περιουσία αυτή θα εξασφάλιζε στο ίδρυμα ετησίως το ποσό που απαιτείτο (60 χιλιάδων περίπου δραχμών ετησίως) για την διατροφή και προίκιση των κοριτσιών του. Στο καταστατικό του ιδρύματος το οποίο φέρει στην επωνυμία του και το όνομα της συζύγου του, προβλεπόταν να γίνονται δεκτά κορίτσια ηλικίας 7 έως 10 ετών, εκ της ελευθέρας και δούλης Ελλάδος. Λόγω της πίκρας που ένιωσε από την ταλαιπωρία του στα δικαστήρια από τον Σπυρίδωνα Εφέσιο και της δυσαρέσκειας για την αναποτελεσματικότητα των ενεργειών του Θεόδωρου Ρετσίνα είχε αποφασίσει προς στιγμή να δωρίσει την περιουσία του στους καθολικούς ιερείς της Θήρας, αλλά χάρη στη μεσολάβηση του Τρύφωνος Μουτζόπουλου και πάλι αυτή η ενέργεια απετράπη.
Ο θάνατος του Χατζηκυριακού προκάλεσε τεράστια θλίψη σε όλους του Πειραιώτες για αυτό και αποφασίστηκε η μετακομιδή του νεκρού στην Αγία Τριάδα Πειραιώς προκειμένου ο Δήμος να τον τιμήσει. Με ψήφισμα του Δημοτικού Συμβουλίου Πειραιώς ο Χατζηκυριακός αναδείχθηκε «Μέγας του Δήμου Ευεργέτης και Μέγας Φιλάνθρωπος», διατάχθηκε τριήμερο πένθος, δημοτελής κηδεία, ενώ αποφασίστηκε αν τελείται ετήσιο μνημόσυνο στον Δήμο υπέρ του ευεργέτου. Εντός του ναού τον επικήδειο λόγο εκφώνησε εκ μέρους του Δήμου Πειραιώς ο Ιωάννης Καλοστύπης. Από την Αγία Τριάδα δημιουργήθηκε επικήδειος πομπή που διήλθε των λεωφόρων Αθηνάς (σημερινή Γεωργίου Α’) και Σωκράτους (σημερινή Ηρ. Πολυτεχνείου) και κατέληξε δια της ομώνυμου λεωφόρου στο Ορφανοτροφείο Χατζηκυριακού όπου ο νεκρός τάφηκε στον προαύλιο χώρο του. Τις ταινίες του φέρετρου κρατούσαν δημοτικοί σύμβουλοι. Μέχρι τότε ο Πειραιάς είχε αποδώσει τέτοιες επικήδειες τιμές μόνο σε τρεις ανθρώπους. Στον Λουκά Ράλλη, στον Δημήτριο Μουτζόπουλο και στον Ομηρίδη Σκυλίτση. Τον Οκτώβριο του 1900 το συμβούλιο του Ορφανοτροφείου αποφάσισε σε σύσκεψή του να αναγερθεί ναός που να τιμά το όνομα του ευεργέτη, δηλαδή Ι.Ν. Αγίου Ιωάννη.
*Ο Στέφανος Μίλεσης γεννήθηκε το 1964 στη Φρεαττύδα, στον Πειραιά όπου κατοικεί μέχρι και σήμερα. Είναι συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής και ραδιοφωνικός παραγωγός. Το 2009 δημιούργησε το ιστολόγιο «Πειραιόραμα Ιστορίας και Πολιτισμού», με αποκλειστικό σκοπό την προβολή της ιστορίας του Πειραιά. Ραδιοφωνικός παραγωγός στην Δημοτική Ραδιοφωνία Πειραιά «Κανάλι Ένα» (90,4) και στον σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» (91,2).
Έχει δώσει πλήθος ομιλιών και διαλέξεων με θέματα από την ναυτική και την τοπική ιστορία, σε σχολεία δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια, σε πολιτιστικούς συλλόγους και σε πνευματικά ιδρύματα. Διετέλεσε διδάσκων εισηγητής στο πρόγραμμα «Ενορία Εν Δράσει» της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και είναι εισηγητής στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Ιδρύματος Λασκαρίδη, με τίτλο «Το μεγάλο λιμάνι σταυροδρόμι των εξελίξεων στην ελληνική ιστορία» που απευθύνεται σε μαθητές δημοτικών σχολείων και γυμνασίων.
Το 2014 εκλέχθηκε Γενικός Γραμματέας της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς και από το 2016 είναι Πρόεδρος αυτής. Είναι μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, του Πειραϊκού Συνδέσμου, του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος και της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου.
Έχει ξεπεράσει τις 160 διαλέξεις σε πνευματικά και πολιτιστικά κέντρα του Πειραιά.
Πάνω από 800 άρθρα πειραϊκής και ναυτικής ιστορίας έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο από διάφορες ιστοσελίδες. Έχει τιμηθεί από πολλούς συλλόγους στον Πειραιά και έχει μετάσχει ως εξωτερικός συνεργάτης σε τηλεοπτικές παραγωγές. Προσέφερε από διάφορες θέσεις τις υπηρεσίες του ως μέλος, γραμματέας και Πρόεδρος Επιτροπών Κοινωνικής Συμπαράστασης. Υπήρξε Μέλος Διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας και υπαρχηγός δράσεων αυτής. Έχει τιμηθεί με το Χαλκούν Μετάλλιο Ερυθρού Σταυρού, το Μετάλλιο Παλαιού Προσκόπου και το Μετάλλιο Αθανασίου Λευκαδίτη.