
* Γράφει ο HAVEN DI HAVEN
Ο Αρχηγός Μάπας καθότανε σε δυο καρέκλες που τις τοποθετούσε την μια δίπλα στην άλλη πάντοτε ανάποδα, για να χωράει το πελώριο κορμί του. Η τεράστια πλάτη, τα στιβαρά χέρια με τις τεράστιες παλάμες, τα κοντόχονδρα πόδια, το μεγάλο και τριχωτό στέρνο καθώς και το πλατύ κούτελο, τρόμαζαν τον πιτσιρίκο που στα παιδικά του μάτια έβλεπε τον Μάπα σαν ένα τεράστιο βάτραχο. Απέναντι από τους κινηματογράφους ΦΩΣ και ΟΛΥΜΠΙΚ στην οδό 2ας Μεραρχίας στην Τρούμπα του Πειραιά οργάνωνε ρύθμιζε και έπαιζε όλα τα παιχνίδια των παπατζήδων. Αυτός σχημάτιζε την κάθε ομάδα (τακίμι) που θα έριχνε τον παπά, το παιχνίδι της ρουλέτας με τα Μαύρα-Κόκκινα και τα μικρά μεγάλα.
Όσον αφορά το παιχνίδι των κληρώσεων ο πιτσιρίκος κουβαλούσε το καλάθι από το Ξενοδοχείο Λούξ, όπου έμενε ο Μάπας και αφού το γέμιζε με διάφορα αντικείμενα σοκολάτες, Αμερικάνικα μπουφάν, αναπτήρες, Αμερικάνικα τσιγάρα και δολάρια το πήγαινε στον Μάπα που καθότανε και έπινε τον καφέ του πίσω από το περίπτερο του Κυρ-Ανδρέα στην γωνία Φίλωνος και 2ας Μεραρχίας.Κάθε παιχνίδι που παιζότανε με οποιαδήποτε τεχνοτροπία περιείχε μέσα του τα στοιχεία της απάτης. Σε κάθε ρίξιμο του παπά με φύλλα τράπουλας ή άλλα εργαλεία όπως ήτανε η δακτυλήθρα από σπόγγο, ο Μάπας που διατηρούσε το κεντρικό ταμείο έπαιρνε το μεγαλύτερο μερτικό. Στην Ρουλέτα επίσης και επειδή χρηματοδοτούσε το παιχνίδι με Αρχικό Κεφαλαίο είχε πάλι την μερίδα του Λέοντος. Κάθε παιχνίδι όμως εκτός από τα έσοδα είχε και τα ανάλογα έξοδα.
Για όλα τα παιχνίδια υπήρχε το έξοδο της προμήθειας που ήτανε πάγιο και οι παπατζήδες το είχανε βαφτίσει και το ονόμαζαν «νταβατζιλίκι». Ήτανε η αμοιβή προστασίας που παρείχε το «Λεσχών και Ηθών», ιδιαιτέρως στις γιορτές ήτανε ανεβασμένο, περίπου το διπλάσιο. Ειδικά για το παιχνίδι των κληρώσεων ήταν τα έξοδα αγοράς των αντικειμένων που υπήρχανε σαν αποθέματα στο Ξενοδοχείο Λούξ.
Μόνο στα Αμερικάνικα τσιγάρα που προμήθευε ο πιτσιρίκος στον Μάπα από τις πιάτσες του τελωνείου και των φορτοεκφορτωτών και ιδιαίτερα όταν υπήρχε σπανιότητα, έμπαινε στα έξοδα και το κέρδος του πιτσιρίκου. Ο Κουκουβάγιας ένας ψηλόλιγνος, σαν λελέκι με αετίσια μάτια και αλεπουδίσιο πρόσωπο είχε το δικό του τακίμι και έκανε κυρίως κληρώσεις. Είχε συνεργασία με τα συνεργεία του Μάπα και δεν έδινε προμήθεια ο ίδιος αλλά την κανόνιζε ο Μάπας. Ο Αλογομούρης έριχνε αποκλειστικά τον παπά στον οδό Νοταρά που ήτανε η καρδιά της Τρούμπας. Έξω από την Αποθήκη του Καμπάνη με τα πελώρια βαρέλια γεμάτα μούστο απέναντι ακριβώς από το σπίτι του πιτσιρίκου «Νοταρά 131» όπου έμενε με την οικογένειά του, συγκέντρωνε τα κορόιδα (κυρίζια) για να τα μαδήσει με το τακίμι του. Ο πιτσιρίκος με την «συμμορία» του είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των γυναικών και του προσωπικού που εργαζόντουσαν στους οίκους ανοχής, όπου τους παρενοχλούσε με την έκρηξη αυτοσχέδιων εκρηκτικών μηχανισμών από μπαρούτι, που έφτιαχνε με ασβεστόπετρες και ασετυλίνη που έκλεβε από τους καστανάδες και σαλεπιτζήδες της Καρδίτσας και των Τρικάλων.
Έμεναν όλοι μαζί στην «Μάνδρα» απέναντι από το εργοστάσιο ξυλείας του Μουράτογλου και το καθρεπτάδικο – τζαμάδικο του Ρουμελιώτη.
Ο πιτσιρίκος είχε βάλει στόχο με τους φίλους του να διώξουνε τις γυναίκες από τη γειτονιά του και τις λέγανε τσούλες, όταν πεταγόντουσαν έντρομες και πολλές φορές γυμνές. Επειδή όμως γινότανε φασαρία «τσαμπουκάς», δεν μπορούσανε να δουλέψουνε και οι παπατζήδες. Έτσι ο Αχιλλέας ο Αλογομούρης, ορισμένες «τσατσάδες» η «αδελφή» Πετρούλα ή Πετράν καθώς και ο επινοικιαστής των μπουρδέλων Μισελάς ή Μισελίνα άρχισαν να κάνουν παράπονα στον πατέρα του πιτσιρίκου, ότι τους έδιωχνε την πελατεία. Η Πετρούλα εξήγησε στον πιτσιρίκο ότι αυτό που κάνουν οι γυναίκες είναι μία δουλειά και ο ίδιος δουλεύει και καθαρίζει τα μπαρ και τα «μπουρδέλα» για να βγάλει το ψωμί του. Από τότε η Πετρούλα έδινε συμβουλές στον πιτσιρίκο πως να αποφεύγει τις κακοτοπιές της Τρούμπας αλλά δε χρειαζότανε διότι τα έβλεπε όλα και τα καταλάβαινε όλα. Του τα είχε εξηγήσει ο «Πόντιος» πατέρας του που παρακολουθούσε τα παιδιά του βήμα προς βήμα, στον δρόμο της ζωής τους. Το συνεργείο του Αλογομούρη αγαπούσε τον πιτσιρίκο και τον φώναζε τσακάλι. Κάπου-κάπου του έδιναν χαρτζιλίκι για να πάρει παγωτό ή σοκολάτα. Ο «Αχιλλέας» ο Αλογομούρης έγινε φίλος με τον πιτσιρίκο και του έλεγε ιστορίες από την φυλακή αλλά και άλλα γεγονότα που του σημάδεψαν την ζωή και έγινε παπατζής αυτός και το συνεργείο του. Του ανέφερε για τους ένστολους νταβατζήδες των παπατζήδων και των γυναικών.
Του είπε για την ιστορία του Μάπα που είχε σκοτώσει κάποιον νταή της Τρούμπας.
Και ο Αλογομούρης «ακουμπούσε» μέρος των εισπράξεων με την μορφή προμήθειας στον Μάπα που εν συνεχεία τα ακουμπούσε στο «Λεσχών και Ηθών». Πολλές φορές ερχότανε το «Λεσχών και Ηθών» από άλλα αστυνομικά τμήματα και οι παπατζήδες μετά από σήμα του τσιλιαδόρου σκορπούσανε δεξιά και αριστερά.
Άλλες φορές πάλι όταν ζύγωναν στα στέκια του Μάπα και δε προλάβαιναν να πάρουν το καλάθι οι παπατζήδες, αυτό έμενε δίπλα στον Μάπα, αλλά το λεσχών από οποιοδήποτε τμήμα δεν τον ενοχλούσε. Υπήρχε σεβασμός στο πρόσωπο του Μάπα ίσως από τον «πρότερο έντιμο βίο του» μέσα στις φυλακές. Καθότανε απτόητος στις δύο ανάποδες καρέκλες και δίπλα υπήρχε το τραπεζάκι από το απέναντι καφενείο όπου υπήρχε ο αχνιστός καφές του «ναι και όχι» του οποίου απολάμβανε με δυνατές ρουφηξιές. Το καφενείο είχε δύο πόρτες. Πάντα κέρδιζε ο παπατζής και αφού άδειαζε το καλάθι, πήγαινε με την σακούλα γεμάτη στο καφενείο. Έμπαινε από τη μία πόρτα και έβγαινε από τη άλλη. Σε λίγο άλλος παπατζής με σακούλα διαφορετικού χρώματος τροφοδοτούσε πάλι τον Μάπα. Πολλές φορές όμως για να μην «τσαμπουκαλευθούν» τα κυρίζια, γινόντουσαν πραγματικές κληρώσεις και επιστρατευότανε ο πιτσιρίκος να φέρει τα εμπορεύματα από το Ξενοδοχείο Λούξ. Ένα μεσημέρι, την ώρα που τροφοδοτούσε ο πιτσιρίκος με προμήθειες το καλάθι του Μάπα, άκουσε τον Κουκουβάγια να βρίζει κάποιον και είδε δύο τσιλιαδόρους, έναν του Μάπα και έναν δικό του να έρχονται στα χέρια. Μάλλον είχε λογοφέρει με τον Μάπα προηγουμένως αλλά αυτός δεν αντάλλαξε τις βρισιές. Την άλλη μέρα την ίδια ώρα περίπου ο πιτσιρίκος έγινε μάρτυρας σε επεισόδιο όπου το «Λεσχών και Ηθών» με αρχηγό τον «τσέλιγκα», δυο μέτρα άντρας, ρίχτηκε με μανία πάνω στον Κουκουβάγια με μπουνιές και κλωτσιές ακόμη και στα «ευαίσθητα» μέρη, μέχρι που λιποθύμησε. Η εικόνα του αιμόφυρτου Κουκουβάγια που είχε να θρέψει πέντε παιδιά και τα αντικείμενα της κλήρωσης να έχουνε σκορπίσει μετά από κλωτσιές του τσέλιγκα στο πεζοδρόμιο, τάραξαν την ψυχή του πιτσιρίκου που έβλεπε και συνειδητοποιούσε ότι και μέσα στην παθογένεια της απάτης, που κάλυπτε δήθεν η εξουσία υπήρχε η αδικία και η ανισότητα. Τον Μάπα δεν τον πείραζε κανείς. Μόλις συνήλθε ο Κουκουβάγιας με σκυφτό κεφάλι και βάζοντας την ουρά στα σκέλια, απομακρύνθηκε ταπεινωμένος, κουτσαίνοντας σαν κυνηγημένο σκυλί. Κάπου είχε χαλάσει η διανομή του μετρικού και της προμήθειας. Ξαφνικά χάθηκε από την πιάτσα των παπατζήδων τόσο ο Μάπας όσο και ο Κουκουβάγιας. Ο «Αχιλλέας» ο Αλογομούρης έγινε αντικαταστάτης και των δύο, καθώς και αρχηγός όλων των συνεργείων. Άρχισε να ρίχνει τον παπά με όλες τις τεχνοτροπίες της τράπουλας και της δαχτυλήθρας τόσο στους σινεμάδες όσο και στη Νοταρά. Ξαφνικά από ότι έμαθε ο πιτσιρίκος από τον νέο αρχηγό, έδωσε εντολή σε όλα τα συνεργεία των παπατζήδων να απέχουν από τη δουλειά κάνοντας απεργία. Οι ένστολοι νταβατζήδες ζητούσανε υπερβολικές προμήθειες. Όσο ήτανε αρχηγός ο Μάπας και γινόντουσαν παιχνίδια ποτέ δεν υπήρξε απεργία.
Όταν ζητήθηκε αύξηση της προμήθειας από το «τακίμι» του Κουκουβάγια, ο οποίος αρνήθηκε και αμφισβήτησε την μεσολάβηση του Μάπα, τότε έγινε η σύγκρουση και φάνηκε το πραγματικό πρόσωπο της ένστολης εξουσίας.
Αυτό το φαινόμενο το αποκαλούν σήμερα κατάχρηση εξουσίας, παράβαση καθήκοντος, απιστία προς την υπηρεσία, αδιαφάνεια και διαπλοκή.
Είναι τα στοιχεία εκείνα που διαμορφώνουν τα «κατά συνθήκη ψεύδη» της εκάστοτε εξουσίας που υπόσχεται να εξαλείψει τα ως άνω φαινόμενα αλλά προσθέτει η ίδια άλλο ένα σύγχρονο φαινόμενο της ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ.
Το πρόσωπο της Τρούμπας και οι παπατζήδες της σε σχέση με άλλους χώρους και με κάθε είδους εξουσία όπως τα έζησε ο πιτσιρίκος και λόγω επαγγέλματος, είναι ένα ανυπόκριτο πρόσωπο με περιθωριακούς μικροαπατεώνες που έμπλεξαν στα γρανάζια της κοινωνικής απάτης για να επιβιώσουν. Οι άλλο χώροι που θα περιγραφούν αργότερα, όπως τράπεζες, χρηματιστήρια, μεγάλες επιχειρήσεις, οργανισμοί, ιδρύματα και τα τελευταία φρούτα οι ΜΚΟ αποτελούν χώρους όπου πρυτανεύει η κλοπή του κοινωνικού πλούτου, η μεταφορά του σε παραδείσους, η κάθε είδους οικονομική εγκληματική πράξη την οποίαν αποκαλούν «οικονομικό έγκλημα» του άσπρου κολάρου, ενώ ο πιτσιρίκος όπως τα είδε με τα μάτια του, όπως τα έζησε και τα ζει τώρα που άσπρισαν τα μαλλιά του, βλέπει ότι το έγκλημα αυτό δεν είναι μόνο του άσπρου κολάρου αλλά και του «έγχρωμου» κολάρου, λόγω της «μνημονιακής» φτώχειας όπου η «πενία τέχνας κατεργάζεται» και η απάτη έχει εξελιχθεί σε τέχνη, σε επιστήμη.
Εδώ παπάς, εκεί παπάς, που είναι ο παπάς;;;