Όφελος 7 δισ. ευρώ θα μπορούσε να προκύψει για τις τράπεζες από την επιτάχυνση κατά τρία χρόνια των δικαστικών διαδικασιών και την επίσπευση του χρόνου ρευστοποίησης των ακινήτων που διαθέτουν ως εγγυήσεις για τα «κόκκινα» δάνεια. Αυτό διαπιστώνει η ΤτΕ στην έκθεση επισκόπησης του ελληνικού χρηματοπιστωτικού συστήματος, στην οποία αναλύεται το κόστος των καθυστερήσεων από τη λειτουργία του δικαστικού συστήματος στον καθορισμό της τιμής πώλησης των «κόκκινων» δανείων. Η ανάγκη συντόμευσης του χρόνου που απαιτεί το δικαστικό σύστημα στη χώρα μας για την εκδίκαση των υποθέσεων, αποκτά πρόσθετη σημασία, λόγω του ότι το ύψος των ανοιγμάτων που βρίσκονται σε καθεστώς νομικής προστασίας (κυρίως μέσω του νόμου Κατσέλη) και εκκρεμεί πρακτικά η δικαστική τους επίλυση ήταν στα τέλη του 2016 στα 15,3 δισ. ευρώ, αντιπροσωπεύοντας το 14,6% των συνολικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, στην κατηγορία των δανείων με καθυστέρηση άνω των 90 ημερών όσο και στις καταγγελμένες απαιτήσεις που αποτελούν το 45% των συνολικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, δηλαδή περί τα 47 δισ. ευρώ, οι τράπεζες έχουν κάνει υψηλές προβλέψεις, ύψους 29 δισ. ευρώ, ενώ οι εξασφαλίσεις διαμορφώνονται σε 21 δισ. ευρώ, ανεβάζοντας τα ποσοστά κάλυψης άνω του 100%. Από τη διάρθρωση των εξασφαλίσεων προκύπτει ότι το 88% αυτών αφορά στοιχεία ακίνητης περιουσίας, με το 50% αυτών να αφορά αμιγώς στεγαστικά δάνεια και το 34% εμπορικά και βιομηχανικά ακίνητα.