Εφημερίδα Κοινωνική

Γιάννης Τροχόπουλος – Γενικός διευθυντής του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος

 Breaking News

Γιάννης Τροχόπουλος – Γενικός διευθυντής του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος
20 Φεβρουαρίου 2014

Δεν δέχονται οι Έλληνες να πειραματίζονται γιατί δεν τους έχουν μάθει πώς να αποτυγχάνουν!

Αυτή τη Κυριακή 23 Φεβρουαρίου θα έχουμε τη τιμή και τη χαρά να συναντήσουμε στο Passport Πειραιά τον κ. Γιάννη Τροχόπουλο, γενικό διευθυντή του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ).

Είναι μια συνάντηση που θα μας βοηθήσει να αντιληφθούμε την ουσία και το πραγματικό μέγεθος του έργου που κατασκευάζεται στο Δέλτα Φαλήρου από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.

Είναι το μεγαλύτερο έργο που βρίσκεται σε εξέλιξη αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα και ένα από τα μεγαλύτερα στην Ευρώπη!

Για να πάρουμε μια «γεύση» από την πολυαναμενόμενη αυτή συνάντηση ζητήσαμε από τον συνάδελφο κ. Προβατά να μας παρουσιάσει το «προφίλ» του κ. Γιάννη Τροχόπουλο μέσω μιας συνέντευξης που του έδωσε πρόσφατα. Σε αυτήν ο κ. Τροχόπουλος μιλάει για όλους και για όλα…

-Για ποιο από τα έργα που κατασκευάζονται εδώ έχετε τη μεγαλύτερη αγωνία να το δείτε στην τελική μορφή του;

«Δεν έχω καμία αγωνία να δω τελικά διαμορφωμένη τη Βιβλιοθήκη, τη Λυρική Σκηνή ή το Πάρκο. Αγωνιώ για το πώς θα συνδεθεί ο κόσμος με αυτούς τους χώρους γιατί αυτή εδώ είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που συναντά η χώρα μας στη σύγχρονη εποχή. Η δωρεά έγινε το 2006 για μια υποδομή την οποία έχουν ανάγκη η χώρα και οι πολίτες. Το ΙΣΝ έκανε τη δωρεά στους ανθρώπους, όχι στο κράτος».

-Ένας λαός όπως οι Έλληνες, που βρίσκονται για τόσο πολλά χρόνια σε εθελούσιο πολιτιστικό λήθαργο, μπορεί να αλλάξει σιγά-σιγά; Δεν χρειάζεται έναν «βίαιο εκπολιτισμό»;

«Αν βγάλουμε τη λέξη «εκπολιτισμός» που παραπέμπει σε κάτι που έγινε βάρβαρα από τους Ευρωπαίους που πήγαν στη Αφρική, τότε πραγματικά στην ουσία αυτό που συμβαίνει είναι ότι το ΙΣΝ επιβάλλει να έχει η Αθήνα μια δημόσια βιβλιοθήκη. Το επιβάλλει με την έννοια ότι ως ένα διεθνές ίδρυμα βλέπει ανά τον κόσμο τι προσφέρει η ύπαρξη μιας τέτοιας βιβλιοθήκης και ξέρει ότι κατά βάθος και οι Ελληνες έχουν τις ίδιες ανάγκες και άρα αξίζουν αυτή την αντιμετώπιση. Αυτό δεν πιστεύω ότι θα γινόταν ποτέ από την ελληνική Πολιτεία».

-Το ελληνικό κράτος γενικά εδώ και χρόνια αντιμετωπίζει τις πολιτιστικές ανάγκες των πολιτών μέσα από ένα αρνητικό πρίσμα και εν τέλει στέκεται διαρκώς απέναντί τους.

«Σωστά. Για παράδειγμα, η άποψη που λέει «ο Ελληνας δεν διαβάζει» είναι επιφανειακή διότι όπου υπάρχει υγιές περιβάλλον ο Ελληνας διαβάζει και μάλιστα πολύ. Απλά επειδή δεν δημιουργήσαμε αυτό το περιβάλλον, δεχόμαστε στατιστικά στοιχεία τα οποία μας αποπροσανατολίζουν. Ολοι πριν από χρόνια μου έλεγαν ότι οι Βεροιώτες δεν διαβάζουν και άρα δεν θα έπρεπε να ασχοληθώ με το project της βιβλιοθήκης εκεί».

-Άρα τον Αθηναίο και γενικότερα τον Ελληνα δεν πρέπει να τον κρίνουμε ως αυτό που είναι τώρα αλλά ως αυτό που θέλει να γίνει;

«Ακριβώς. Να κρίνουμε τον πολίτη ως αυτό που μπορεί και θέλει να γίνει. Εννοώ τον άνθρωπο και την αξιοπρέπειά του ως ατόμου και δεν με απασχολούν οι ομάδες και οι συντεχνίες, γιατί αυτές δεν συνδέονται με κάποια πραγματική ανάγκη, δεν είναι γνήσιες».

-Γνήσιο είναι μόνο ό,τι συνδέεται με μια πραγματική ανάγκη; Αυτό το έργο που γίνεται εδώ το ονομάζετε γνήσιο;

«Ναι, γιατί αυτό το έργο γίνεται από ανθρώπους για ανθρώπους. Το Ιδρυμα δεν κάνει γενικά μια δωρεά, εδώ δημιουργούμε κάτι το οποίο θα μας φέρει ως πολίτες στους συγκεκριμένους τομείς από το πουθενά όπου είμαστε τώρα στα πιο προηγμένα επίπεδα παγκοσμίως».

-Πάντα είναι κατάλληλη η στιγμή για να γίνει κάτι καλό.

«Κάποιοι λένε ότι είναι μια πολυτέλεια να κάνετε κάτι τέτοιο σε αυτή την κρίση. Οταν έγινε η δωρεά, φυσικά δεν είχε προβλεφθεί η κρίση, αλλά είναι πραγματικά απίστευτο ότι σε μια φάση όπου κανένας δεν ασχολιόταν και υπήρχε μια ευδαιμονία απίστευτης αμεριμνησίας κάποιοι κατάλαβαν ότι ο τόπος χρειάζεται πρωτίστως καλλιέργεια. Οι Ελληνες χρειάζονται καλλιέργεια».

-Τις τελευταίες πολλές δεκαετίες μοιάζει ότι επιλέγαμε να ζήσουμε σε ένα από τα δύο άκρα: είτε στο ασήμαντο το οποίο το βαφτίζαμε «σπουδαίο» είτε μέσα σε κάποια μεγάλα και θολά οράματα. Ετσι όμως χάναμε τις καθημερινές πραγματικότητες που κάνουν έναν λαό να προχωρεί.

«Συμφωνώ. Αυτό που διακρίνει τις πραγματικά πλούσιες χώρες έχει να κάνει μόνο με το επίπεδο της εκπαίδευσης και της καλλιέργειας των πολιτών της. Η κατανάλωση δεν αποτελεί στοιχείο ευημερίας αφού ανά τους αιώνες φαίνεται ότι όλα τα έθνη περνούν φάσεις με δυνατότητα κατανάλωσης και μετά ξαφνικά αυτό σβήνει. Αρα αυτό που κάνει έναν λαό να προχωρεί πραγματικά και να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες είναι μόνο η καλλιέργεια και η Παιδεία. Αλλωστε από την έλλειψη καλλιέργειας οι άνθρωποι οδηγούνται στα άκρα και όταν κάποιος πάει στο άκρο δεν είναι εύκολο μετά να τον νουθετήσεις. Τα άκρα συνδέονται μεταξύ τους από την έλλειψη καλλιέργειας».

-Παλιά τα σπουδαία πράγματα τα έκαναν οι λαοί, μετά άρχισαν να τα κάνουν τα άτομα. Πιστεύετε ότι ήρθε ξανά η εποχή να γίνονται τα σπουδαία από τους πολλούς; Ιδανικά θα θέλατε να βάλετε σε διαδικασία επαφής με αυτό που συμβαίνει εδώ πέντε εκατομμύρια Αθηναίους.

«Αυτό ακριβώς. Το Κέντρο Επισκεπτών έγινε επειδή η πραγματικότητα μας οδήγησε να το δημιουργήσουμε και ενώ δεν ήταν στην αρχική πρόβλεψη. Για να πάει μπροστά αυτό το κέντρο ο κόσμος πρέπει να το χρησιμοποιήσει και ήρθε η ώρα να αρχίσει να βλέπει τον εαυτό του ως κομμάτι αυτού που δημιουργείται εδώ και να συνδέεται μαζί του από τώρα. Γι” αυτό φτιάχτηκε το Κέντρο Επισκεπτών, για να έρθουν σε επαφή οι πολίτες με το έργο και να μην το βλέπουν μόνο από τις εφημερίδες. Ταυτόχρονα έχουμε εξοκείλει και από τη σχέση που πρέπει να αποκτήσουν οι Ελληνες με τη φύση. Αυτό ακριβώς θέλει να διορθώσει η δημιουργία του Πάρκου εδώ».

-Με αυτόν τον τρόπο προσέγγισης θα μπορέσει σιγά-σιγά να βγει από την ψυχή και το μυαλό του νέου Ελληνα η καχυποψία που έχει για όλα και να αρχίσει να προσεγγίζει τα πράγματα με μια αγνότητα και να τα κρίνει από το αποτέλεσμα.

«Αυτή ακριβώς είναι η δυσκολία. Αν συναντούσα δύο νέους εδώ απ” έξω, θα τους έλεγα «ελάτε στο Κέντρο Επισκεπτών που είναι ανοιχτό να σας δείξω τι γίνεται εδώ και τι μπορούμε να κάνουμε μαζί»».

-Ο Νίτσε στα «Κείμενα για την Ελλάδα» λέει ότι αν υπάρχει ο ιδανικός θάνατος, τότε τη στιγμή που συμβαίνει και πεθαίνει το παλιό θα σηκώνει κεφάλι το καινούργιο. Με δεδομένο ότι το παλιό στην Ελλάδα πρέπει να πεθάνει, θα θέλατε η γέννηση αυτού του χώρου εδώ να συνδυαστεί με τον θάνατο μιας παλιάς νοοτροπίας;

«Δυστυχώς δεν σχεδιάσαμε να πεθάνει το παλιό και να γεννηθεί το καινούργιο γιατί δεν σχεδιάζουμε τίποτε στην Ελλάδα. Επειδή η κρίση έχει απώλειες χωρίς γυρισμό, θα έλεγα ότι είναι λάθος να χαιρόμαστε με τα θετικά που θα φέρει η κρίση. Αν μπορούσαμε με έναν μαγικό τρόπο να επαναφέρουμε τους ανθρώπους που χάνουμε, θα έλεγα «ναι» στη θετική πλευρά της κρίσης. Και προ κρίσης όμως, όπου κυρίως βασίλευε η μετριότητα, χάνονταν καθημερινά και για πάντα πολλοί άξιοι, απλώς τότε δεν δίναμε και πολλή σημασία. Αυτό θα σταματήσει αναγκαστικά, και αυτό εννοούμε εμείς όταν λέμε ότι οι Ελληνες αξίζουν ένα μέλλον και αυτό θα τους προσφέρουμε».

-Οι Ελληνες δεν πρέπει να έχουμε κόμπλεξ με ό,τι σύγχρονο φτιάχνεται. Δεν σημαίνει ότι κάθε τόσο θα φτιάχνουμε Παρθενώνες.

«Το κάθε πράγμα πρέπει να αντικατοπτρίζει τις ανάγκες της εποχής του. Αυτό το έργο, με τη δυναμική που θα αποκτήσει, συνδέει εκπαίδευση πολιτών με καλλιέργεια, με τις δεξιότητες που πρέπει να έχουν οι Ελληνες και οι νέοι ειδικότερα. Είναι το μαξιλάρι του σύγχρονου πολιτισμού».

-Πιστεύετε ότι έργα σαν αυτό μπορεί να επηρεάσουν και τη ματιά των μελλοντικών υπουργών Πολιτισμού προς τα πολιτιστικά πράγματα;

«Δεν με απασχολεί καθόλου ούτε με απασχόλησε ποτέ αν καταλάβαιναν τι κάνω, με ενδιέφερε μόνο να μη σταθούν εμπόδιο σε κάτι. Εχω τη σχέση που πρέπει να έχω με ένα σύστημα αλλά, αν δώσεις σε κάτι μεγαλύτερη αξία από αυτό που έχει, μετά μπορεί να καθορίσει και το πώς θα κινείσαι και τότε δεν θα κάνεις τίποτα».

 


 



Σχετικά άρθρα

Τελευταια

Εφημερεύοντα Φαρμακεία ΑΤΤΙΚΗΣ