Εφημερίδα Κοινωνική

…Και μια νύχτα στην Καντόνα!

 Breaking News

…Και μια νύχτα στην Καντόνα!
28 Μαΐου 2024

Αποστολή: Νότης Ανανιάδης

Όταν έχεις μεγαλώσει στον Πειραιά έχεις μάθει πως να αποφεύγεις τις κακοτοπιές. Κι αν καμιά φορά πέσεις σε αυτές πως να μην προκαλείς και να την βγάζεις «καθαρή». Άλλωστε, όπως κι ο Χαριτόπουλος έχει γράψει κάπου σε ένα από τα βιβλία του για το μεγάλο λιμάνι: «Όλα μπορείς να κάνεις στον Πειραιά. Όλα, εκτός από ένα πράγμα: Να κάνεις τον ζόρικο».

Πείρα κτηθείσα στου «λιμανιού τα καλντερίμια», λοιπόν, που φάνηκε πολύ χρήσιμη στα νυχτοπερπατήματά μου στην Καντόνα – εντάξει στην πρωτεύουσα της, την Γκουάντσού…

Γυρίζοντας λοιπόν από το επίσημο δείπνο, που λέγαμε τις προάλλες, ότι μας παρείχαν οι αξιωματούχοι της περιφέρειας, είχε κανείς δύο επιλογές. Η πρώτη ήταν να πάει να κοιμηθεί. Το επέλεξαν οι εξουθενωμένοι της αποστολής.
Η δεύτερη ήταν μία βόλτα στη νυχτερινή Καντόνα. Μείναμε, λοιπόν οι γενναίοι. Όμως κι εκεί υπήρξε μία διάσπαση!

Δίπλα στο ξενοδοχείο, προς την πλευρά που διατηρούσε αρχιτεκτονικές αποικιοκρατικές μνήμες, υπήρχαν δυο-τρία πολύ καλά εστιατόρια, όπου θα μπορούσε κανείς να πιεί και μία μπύρα. Μάλιστα ένα λεγόταν Οrient Express και δεν ήταν τίποτα άλλο από ένα πολυτελές βαγόνι, το οποίο έχει μετατραπεί σε εστιατόριο. Η πλειοψηφία αποφάσισε να πάει προς τα εκεί.

Τους έδωσα ραντεβού σε μισή ώρα γιατί είχα κάτι mail να στείλω, αλλά, να πω την αλήθεια, με έτρωγε μέσα μου η περιέργεια. Έβλεπα την απέναντι πλευρά του ποταμού. Την απέναντι όχθη. Και κατά κάποιο τρόπο, καταλάβαινα ότι εκεί κάτι διαφορετικό κι ενδιαφέρον υπάρχει. Να το πω αλλιώς; Κάτι μου «μύριζε» διαφορετικά στην απέναντι όχθη.

Ρώτησα στη ρεσεψιόν που θα μπορούσα να πιω μία μπύρα. Δεν μιλούσε κανένας αγγλικά. Τελικά ένας νεαρός, που κι αυτός καλά αγγλικά δεν μιλούσε αλλά φάνηκε να είναι «σπίρτο», κατάλαβε, μου έκανε τη χαρακτηριστική κίνηση του μπεκρή και με ρώτησε : Γλου – γλου;
Αμέσως μόλις του ένευσα καταφατατικά μου έδειξε την απέναντι πλευρά, μου έδωσε και ένα χάρτη, λέγοντάς μου κάτι στα κινέζικα και σημειώνοντάς μου δύο εναλλακτικές διαδρομές…


Ένα σκοτεινό σοκάκι στην Καντόνα


Έρημοι δρόμοι στην «ιστορική καρδιά» της Κίνας


Η νύχτα έπεσε. Η αγορά έκλεισε. Τι τριγυρνάω εδώ πέρα;

Άμα δεν σε θέλει όμως… Από εκεί που επέλεξα να πάω τελικά, ήταν τα δρομάκια που βλέπετε στις φωτογραφίες.

Στη διαδρομή θυμήθηκα αυτό που λέγαμε στην αρχή. Ότι έχω μάθει να μην κάνω τον ζόρικο. Έτσι όταν από μία μισάνοικτη πόρτα είδα πέντε – έξι κινέζους με φανελάκια, σορτσάκια και σαγιονάρες γύρω από ένα τραπέζι, να πίνουν και να παίζουν χαρτιά και σκέφτηκα να τους ζητήσω την άδεια για να τους βγάλω μία φωτογραφία, αλλά είδα το αυστηρό βλέμμα ενός εξ αυτών, κούνησα το κεφάλι μου με τον κινέζικο τρόπο προς τα κάτω και απλώς έκανα ένα βήμα προς τα πίσω.

Τελικά έφτασα σε ένα πεζόδρομο αυθεντικά κινέζικο. Έντεκα το βράδυ, όλοι έξω στην ζεστή και την υγρασία.
Και ήταν Κυριακή. Την επόμενη μέρα, καθημερινή δηλαδή, είχαν δουλειά θεωρητικά οι άνθρωποι. Όλα τα μαγαζιά ανοιχτά. Μικρομάγαζα που πουλάγανε φαγητά του δρόμου, χρυσαφικά, παπούτσια, αθλητικά ρούχα, ακόμα και τα καταστήματα αισθητικής ή, φυσικά και τα πιο… πονηρά μασάζ. Τα καταστήματα όλα ανοιχτά και ο κόσμος όλος έξω.
Εκείνο το οποίο δεν μπορούσε να βρεις – και αυτό ήταν εκνευριστικό βεβαίως – ήταν ένα bar. Υπήρχαν εστιατόρια. Μικρά, μεγάλα, κάποια φαινόντουσαν πιο μοντέρνα, πιο πολυτελείας, κάποια λιγότερο.


Τα μικρομάγαζα εδώ είναι ακόμα ανοιχτά..

Προχώρησα κι έφτασα σε μια μεγάλη πλατεία. Κοίταζα τριγύρω μου: καφετέριες, μικροπαντοπωλεία, μεγαλύτερες καφετέριες, παγωτατζίδικα, εστιατόρια … Αλλά πουθενά ούτε ένα μπαρ, είπαμε, για δείγμα!

«
«Ζωντανή» η πλατεία!

Ρωτάω έναν αστυνομικό, που έκανε να βήμα πίσω και μου είπε κάτι σε στυλ: beer no no no no! Πήγα προς ένα εστιατόριο από όπου έβγαινε ένα ζευγάρι υπαλλήλων, όπως φαινόταν από τη στολή που φορούσαν, τους είπα ξανά τη μαγική λέξη, beer beer beer, και με τα πολλά, μου έδειξαν ένα παντοπωλείο απέναντι. Το πήρα απόφαση, πήγα, πολύ απλά πήρα ένα κουτάκι μπύρα, πλήρωσα κάτι σαν δυόμιση ευρώ δικά μας, το άνοιξα έκατσα σε ένα παγκάκι και χάζευα, βγάζοντας τις φωτογραφίες που βλέπετε.

Γυρνώντας, δεν ξαναέκανα την ίδια διαδρομή. Ακολούθησα μία παράλληλη κεντρικότερη οδική αρτηρία που υπέθεσα, σωστά τελικά, ότι θα με έβγαζε πίσω στο ξενοδοχείο. Ας σημειώσουμε εδώ, ότι εκτός από τα μηχανάκια, που όπως παντού στην Κίνα κινούνται σαν τρελά, χωρίς κανόνες, ακόμη και πάνω στα πεζοδρόμια, ένα ακόμη πράγμα μου έκανε εντύπωση.
Τα πολλά νεαρά κορίτσια που έκαναν παρέες – παρέες βόλτες. Κάποιες ντυμένες με σούπερ μίνι ή και ψηλές ιδιαίτερα σέξι κάλτσες. Δεν ξέρω γιατί, αλλά, εσείς ξέρετε που πήγε το μυαλό ενός πορνόγερου.
Τέλος πάντων, δεν το έψαξα παραπάνω. Έτσι κι αλλιώς τους δρόμους της περιοχής θα μπορούσες να τους χαρακτηρίσεις με τον τρόπο του Σκορτσέζε, mean streets.


Δεν κοιμούνται όλοι με τις κότες…

Τέλος πάντων, τα βήματα μου με έφεραν πίσω στο ξενοδοχείο. Εκεί που με περίμενε ο νεαρός που μου είχε δώσει οδηγίες για το γκλου- γκλου.
I glooglooed του είπα και σκάσαμε στα γέλια.

Την επόμενη, όταν περιέγραφα την βόλτα στη νυχτερινή Καντόνα, στον Σλοβένο συνάδελφο Άλες Κόβασιτς, ανταποκριτή του Bloomberg στην Λουμπλιάνα, θυμήθηκα να του πω και για το γκλου- γκλου και το glooglooed, που μου είχε βγει αυθόρμητα.
Κάντο όπως το «Ι Google» και » I Googled» μου είπε γελώντας και να δεις ότι θα καθιερωθεί!
Όχι ότι θα είναι ό,τι ξεχωριστό θα μου έχει μείνει από τη νυχτερινή Καντόνα, αλλά πάντως είναι μια ιδέα…


 



Σχετικά άρθρα

Τελευταια

Εφημερεύοντα Φαρμακεία ΑΤΤΙΚΗΣ