Οι εκλογές της 21ης Μαΐου είχαν χαρακτηριστεί από πολλούς ως οι κρισιμότερες της μεταπολίτευσης. Όμως αποδείχθηκε ότι ήταν και ιστορικές. Γιατί η Νέα Δημοκρατία κατήγαγε μια καθαρή εκλογική νίκη. Κυρίως όμως το κέρδος για την κοινωνία είναι ότι το θολό τοπίο της ακυβερνησίας που είχε στήσει ο ΣΥΡΙΖΑ με την απλή αναλογική έχει αρχίσει να διαλύεται στα εξ ων συνετέθη, ενώ ταυτόχρονα διαμορφώνεται, ήδη από την επαύριον των εκλογών, ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Το πρώτο ερώτημα, όπως πολύ εύστοχα το είχε διατυπώσει ο Πρωθυπουργός προεκλογικά, δηλαδή το ποιος θα κυβερνήσει την χώρα, ήδη απαντήθηκε με εμφατικό τρόπο από τους πολίτες. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με μία ισχυρή και αυτοδύναμη κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είναι η αδιαπραγμάτευτη απόφανση της συντριπτικής πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Το ερώτημα όμως που εξακολουθεί να ζητά απάντηση είναι το πώς θα κυβερνηθεί η χώρα και αυτό το ερώτημα θα απαντηθεί στις προσεχείς κάλπες που θα στηθούν στις 25 Ιουνίου.
Το μήνυμα που εξέπεμψε η πρώτη κάλπη είναι σαφές και διττό. Γιατί οι πολίτες έδειξαν όχι μόνο ποια κυβέρνηση εξακολουθούν να στηρίζουν, αλλά και τι είδους αντιπολίτευση επιθυμούν. Οι εκλογείς επιβράβευσαν την κυβέρνηση για τα πεπραγμένα της πρώτης θητείας της, τα οποία ήταν πολλά, σημαντικά και έγιναν εν μέσω πρωτοφανών κρίσεων παγκοσμίων διαστάσεων. Δεν νομίζω να υπάρχει στα παγκόσμια χρονικά άλλη κυβέρνηση που να κατάφερε να προβεί σε μειώσεις φόρων και εισφορών, σε αυξήσεις μισθών και συντάξεων, σε διαρκή στήριξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων αντιμετωπίζοντας ταυτόχρονα κρίσεις όπως η πανδημία, το προσφυγικό, η τουρκική επιθετικότητα, η ενεργειακή και πληθωριστική κρίση λόγω της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία.
Παράλληλα όμως έδειξαν ότι επιθυμούν τον οριστικό ενταφιασμό του μοντέλου της αντιπολίτευσης που λανσάρει επίμονα και πεισματικά ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος δείχνει όχι μόνο συμβιβασμένος με την προοπτική μίας νέας εκλογικής ήττας, αλλά και πλήρως απομακρυσμένος από την κοινωνία, τα θέλω και τις ανάγκες της οποίας αδυνατεί να αφουγκραστεί, να εκφράσει και τελικά να ικανοποιήσει. Ένα μοντέλο που βασίστηκε στο μίσος, στην πόλωση, στον διχασμό, στο ψέμα, στον εκχυδαϊσμό του δημόσιου λόγου, στις προσωπικές επιθέσεις με εκφράσεις πεζοδρομίου, στην προπαγάνδα και τα fakenews.
Το πρώτο βήμα λοιπόν έγινε και η αρχή, που είναι το ήμισυ του παντός, είναι ήδη γεγονός από την περασμένη Κυριακή. Όμως μπροστά μας, σε λιγότερο από ένα μήνα, υπάρχει μία νέα μάχη, αυτή που θα δώσει την τελική νίκη. Στις 25 Ιουνίου θα αποφασίσουμε ποια Ελλάδα θέλουμε. Την Ελλάδα της κανονικότητας, της ευημερίας και της προόδου ή την Ελλάδα, της αβεβαιότητας, της φτώχειας και της μιζέριας. Των ακόμα χαμηλότερων φόρων και εισφορών ή αυτή του «μαρτυριάρη» Κατρούγκαλου. Την Ελλάδα της ακμαίας μεσαίας τάξης ή τη μεσαία τάξη με ετήσιο εισόδημα 5.000 € όπως το προσδιόρισε η Θεανώ Φωτίου. Την Ελλάδα του ευρώ ή της «Δήμητρας» και των τοπικών νομισμάτων. Την Ελλάδα που αποτελεί πυλώνα ασφάλειας και σταθερότητας στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και προνομιακό συνομιλητή όλων των ισχυρών συμμάχων της στο εξωτερικό, ή εκείνη των ανοιχτών συνόρων, διπλωματικά απομονωμένης και ανυπόληπτης, αμετάκλητα προορισμένης να υποδυθεί τον ρόλο του παρία σε όλα τα διεθνή Fora. Την Ελλάδα που θα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα ή την Ελλάδα των μνημονίων. Την Ελλάδα των επενδύσεων με τις περισσότερες και καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας, ή αυτή των λουκέτων και του εργασιακού Μεσαίωνα.
Η απάντηση σε όλα τα παραπάνω είναι προφανής και για τον λόγο αυτό οι πολίτες στις 25 Ιουνίου θα ψηφίσουν ακόμα πιο μαζικά και αποφασιστικά ισχυρή κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας με Πρωθυπουργό τον Κυριάκο Μητσοτάκη, παρέχοντας τη μέγιστη δυνατή ώθηση για την εξέλιξη και ολοκλήρωση του μεταρρυθμιστικού της έργου. Όμως προσοχή. Καμία επανάπαυση, κανένας εφησυχασμός και οπωσδήποτε όχι αποχή ή χαλαρή ψήφος. Η μάχη δεν έχει ακόμα κριθεί και κανένα ποσοστό δεν είναι κατοχυρωμένο. Η 21ηΜαΐου δεν ήταν η αρχή του τέλους, αλλά το τέλος της αρχής.
*από την Κυριακάτικη Kontranews