Εφημερίδα Κοινωνική

Η φωτιά της Πλατείας Καραϊσκάκη του 1929 – Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης

 Breaking News

Η φωτιά της Πλατείας Καραϊσκάκη του 1929 – Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης
28 Απριλίου 2022

banner_milesis

 *«Από πέτρα και θάλασσα-Οδοιπορικό στην ιστορία του Πειραιά» κάθε Πέμπτη στην εφημερίδα Κοινωνική

Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης*

Μετά την Μικρασιατική καταστροφή του 1922 η Πλατεία Καραϊσκάκη είχε μεταβληθεί σε έναν συνοικισμό από παραπήγματα, που σκοπό είχαν να στεγάσουν πρόχειρα τους καταταλαιπωρημένους πρόσφυγες. Το ίδιο είχε συμβεί άλλωστε και με τις περισσότερες πλατείες στον Πειραιά.

Όμως η σπουδαία θέση της Πλατείας Καραϊσκάκη, καθώς βρισκόταν στην καρδιά του εμπορικού λιμένα και απέναντι ακριβώς από τη Δημοτική αγορά της πόλης, γρήγορα μετέτρεψε τα παραπήγματα σε μικρές εμπορικές επιχειρήσεις που λειτουργούσαν ατύπως δίπλα στην επίσημη αγορά της πόλης.  Όμως στις 4 Ιανουαρίου 1929, στις 22.30’ το βράδι, ξέσπασε πυρκαγιά, έχοντας αφετηρία το κέντρο αυτών των προσφυγικών παραπηγμάτων, η οποία εξαπλώθηκε ταχέως και αποτέφρωσε κάθε κατασκευή ευρισκόμενη επί της Πλατείας.

Οι αντλίες του Πυροσβεστείου Πειραιώς ήταν ανήμπορες να δαμάσουν τις τεράστιες φλόγες, που έφθαναν σε ύψος μέχρι και τον τέταρτο όροφο του Ξενοδοχείου ΚΟΝΤΙΝΕΝΤΑΛ, που βρισκόταν έναντι της Πλατείας, ενώ προς την πλευρά της ακτής οι φλόγες έφθαναν μέχρι και τον πέμπτο όροφο του Μεγάρου Γιαννουλάτου. Έτσι οι πυροσβεστικές δυνάμεις, εγκατέλειψαν την προσπάθεια κατάσβεσης της φωτιάς της πλατείας και επιδόθηκαν στην προσπάθεια παρεμπόδισης της φωτιάς προς τα γειτονικά οικοδομικά τετράγωνα. Τη μικρή δύναμη του Πυροσβεστείου Πειραιώς, συνέδραμαν οι στρατιωτικές δυνάμεις του τοπικού Φρουραρχείου, η αστυνομία, αγήματα του Κεντρικού Λιμεναρχείου Πειραιώς, αλλά κυρίως τα αγήματα από το Θωρηκτό ΛΗΜΝΟΣ και του πλωτού συνεργείου ΠΡΟΜΗΘΕΥΣ. Εκλήθη σε βοήθεια και ο Πολεμικός Ναύσταθμος ενώ από τον όρμο Κερατσινίου κατέφθασε και άγημα από τη ναυαρχίδα ΑΒΕΡΩΦ που ναυλοχούσε εκεί. Στο κέντρο ακριβώς της πυρκαγιάς στεκόταν όρθιο το άγαλμα του Καραϊσκάκη, όχι αυτό που δεσπόζει σήμερα στην Πλατεία, αλλά ένα προγενέστερο, το οποίο εξαιτίας της φωτιάς υπέστη ολοκληρωτική παραμόρφωση.

Από τα τρία μεγάλα υπόστεγα της Πλατείας Καραϊσκάκη δεν έμεινε απολύτως τίποτε. Επρόκειτο για υπόστεγα που είχαν ανεγερθεί το 1917 και που χρησίμευαν αρχικώς ως αποθήκες του Τελωνείου Πειραιώς, ενώ στη συνέχεια ως αποθήκες του συμμαχικού υλικού. Με την Μικρασιατική καταστροφή του 1922, παραχωρήθηκαν για να καλύψουν τις επείγουσες στεγαστικές ανάγκες των προσφύγων. Διαιρέθηκαν σε μικρότερους χώρους, ώστε κάθε ένας από αυτούς, να δύναται να στεγάσει μια οικογένεια. Στη συνέχεια αυτοί οι χώροι, μετατράπηκαν σε μικρομάγαζα, οπωροπωλεία και εστίες εμπορίου. Εξ αυτών, τα δύο μεγάλα υπόστεγα διέθεταν 300 θέσεις συνολικά προς ενοικίαση και που η ιδιοκτησία τους είχε περάσει στον Δήμο Πειραιά. Συνεπώς μιλούμε για τριακόσια μικρομάγαζα γεμάτα με εμπορεύματα που καταστράφηκαν ολοσχερώς.  Το τρίτο (το μικρότερο) υπόστεγο συνέχιζε να καλύπτει τις ανάγκες προσφυγικών οικογενειών. Η υπόλοιπη πλατεία είχε καταληφθεί από σαράντα οικογένειες προσφύγων που έμεναν ακόμα σε παραπήγματα τα οποία χρησίμευαν παράλληλα και ως καταστήματα παραεμπορίου. Άλλες τριάντα οικογένειες ενώ είχαν βρει αλλού στέγη, συνέχιζαν ωστόσο να χρησιμοποιούν τα παραπήγματα της πλατείας για παραεμπόριο αφού σε αυτά λειτουργούσαν αδήλωτες επιχειρήσεις. Αυτοσχέδια παντοπωλεία, οινομαγειρεία, κουρεία, ραφεία, σιδηροπωλεία κ.α. Όλη αυτή η κατάσταση αυθαιρεσίας  είχε δημιουργήσει μια δυσφορία στον εμπορικό κόσμο της πόλης, καθώς άλλοι πλήρωναν τον Δήμο για να ενοικιάσουν χώρο στα υπόστεγα, άλλοι όχι, ενώ μια τρίτη κατηγορία διατηρούσε αδήλωτα καταστήματα εμπορίου. Στο μεταξύ καθώς λίγο καιρό πριν είχε ξεσπάσει καταστροφική πυρκαγιά στη Βαρβάκειο Αγορά στην Αθήνα, οι ασφάλειες πυρός δεν δέχονταν να ασφαλίζουν ξύλινα παραπήγματα, με συνέπεια όταν εκδηλώθηκε η φωτιά στην πλατεία Καραϊσκάκη, το σύνολο των επιχειρήσεων που καταστράφηκε να είναι ανασφάλιστο. Κατά την διάρκεια της φωτιάς, είχε σημειωθεί εκτός των άλλων και μια μεγάλη έκρηξη προερχόμενη από βαρέλια, που ήταν γεμάτα από οινόπνευμα και περίμεναν τον εκτελωνισμό τους από το Τελωνείο. Από τις πρώτες έρευνες εξήλθε το συμπέρασμα ότι η φωτιά ξεκίνησε από λάμπα ασετιλίνης σε παντοπωλείο ευρισκόμενο ακριβώς δίπλα στο άγαλμα του Καραϊσκάκη. Ο ιδιοκτήτης συνελήφθη, καθώς οι φήμες που ήθελαν η πυρκαγιά να είναι αποτέλεσμα εμπρησμού ήταν έντονες. Ένα γεγονός που ενίσχυε τις διάφορες φήμες, ήταν επίσης και η απόφαση που έλαβε το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιά, λίγες μέρες μόλις πριν την φωτιά. Η απόφαση αυτή αφορούσε στην εκκένωση της πλατείας από κάθε είδους εμπορική δραστηριότητα, με σκοπό την απόδοσή της στους δημότες της πόλης, όπως δηλαδή ήταν προ της έλευσης των προσφύγων. Η ίδια απόφαση προέβλεπε την κατεδάφιση των παραπηγμάτων. Είχε μάλιστα επιδοθεί στους ιδιοκτήτες προθεσμία μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου, για την εκκένωση των παραπηγμάτων και την μεταφορά των εμπορευμάτων. Ο ακαδημαϊκός, δημοσιογράφος και συγγραφέας Σπύρος Μελάς έγραψε στην εφημερίδα «Έθνος» για την πυρκαγιά της Πλατείας Καραϊσκάκη άρθρο με τίτλο «Ημιάγρια κατάστασις» το οποίο έγινε πρωτοσέλιδο και καυτηρίαζε την έλλειψη πυροσβεστικών μέσων στον Πειραιά. Ο Μελάς στο άρθρο του αναφερόταν στις επεμβάσεις των ξένων πολεμικών πλοίων, στις διάφορες πυρκαγιές, που κατά καιρό ξεσπούσαν στην πόλη. «Ας πάμε να σώσουμε αυτούς τους καημένους, τους βαρβάρους, τους… απόγονους του Περικλέους!», θα σκέφτονταν οι ξένοι κάθε φορά που έτρεχαν να σβήσουν φωτιές στον Πειραιά. Διότι τελικώς η διεθνής φιλανθρωπία έσβηνε τις πυρκαγιές μας. Και οι Έλληνες της εποχής λυπούνταν που τα ξένα θωρηκτά δεν μπορούσαν να πλεύσουν και μέχρι της πλατείας Συντάγματος για να κάνουν τον Πυροσβέστη και στην πρωτεύουσα! Και όταν ακόμα σταμάτησαν οι επεμβάσεις των ξένων ναυτικών αγημάτων στον Πειραιά, τη θέση τους έλαβαν τα αγήματα της «Λήμνου» και του «Κιλκίς». Και καλούσε ο Μελάς τον κόσμος να σκεφτεί «το χάσιμο χρόνου ώσπου να γίνει η έγερσις, το κατέβασμα των αγημάτων και των αντλιών, η επιβίβαση τους ατμακάτους, η αποβίβαση στα κρηπιδώματα, τέλος η άφιξη στον τόπο της φωτιάς και η ανάληψη του έργου. Και εάν αυτά τα πλοία δεν ήταν στον Πειραιά; Πρέπει να το καταλάβουμε ότι ούτε σε αυτά τα στοιχειώδη πράγματα πρέπει να είμεθα σοβαροί!». Από την επομένη κιόλας μέρα, οι ιδιοκτήτες των παραπηγμάτων περιφέρονταν απελπισμένοι ερευνώντας μήπως μπορούν να διασώσουν ό,τι δεν καταστράφηκε. Τα απέναντι πεζοδρόμια κάτω από το ξενοδοχείο «Κοντινένταλ» αλλά και από το Μέγαρο Γιαννουλάτου,  ήταν πλημμυρισμένα από διαφόρων ειδών εμπορεύματα, τα οποία είχαν απομακρυνθεί από την πλατεία πριν η φωτιά λάβει διαστάσεις και έφτασαν να πωλούνται όσο – όσο. Υφάσματα, υαλικά, σιδηρικά, φρούτα, τοποθετημένα κάτω στα πεζοδρόμια, πωλούνταν με ότι… προσέφερε ο καθένας.

Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι την επομένη ακριβώς ημέρα, 6 Ιανουαρίου, όπως κάθε χρόνο γιορτάστηκε με λαμπρότητα ο αγιασμός των υδάτων στον Πειραιά. Δίπλα στην ολοκληρωτικά κατεστραμμένη Πλατεία Καραϊσκάκη, στήθηκε εξέδρα από τον τότε Δήμαρχο Πειραιά Παναγιωτόπουλο, ο οποίος υποδέχθηκε τα τιμώμενα πρόσωπα, τον Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο και Πρόεδρο Δημοκρατίας Παύλο Κουντουριώτη μετά της συζύγου του. Το πρόγραμμα ακολουθήθηκε κανονικά χωρίς ουδεμία τροποποίηση, ενώ διακόσια μέτρα μακρύτερα από τη Βασιλική Αποβάθρα όπου τελούνταν οι εκδηλώσεις των Θεοφανείων, πλήθη κόσμου έκλαιγαν για την οικονομική καταστροφή που είχαν υποστεί.  Τέλος να αναφερθεί ότι τα αγήματα των πλοίων που είχαν λάβει μέρος στην κατάσβεση, με μαυρισμένα τα πρόσωπα από την κάπνα της πυρκαγιάς ήταν αυτά που απέδωσαν τιμές στα τιμώμενα πρόσωπα.

 

 

* Ο Στέφανος Μίλεσης γεννήθηκε το 1964 στη Φρεαττύδα, στον Πειραιά όπου κατοικεί μέχρι και σήμερα. Είναι συγγραφέας, ιστορικός ερευνητής και ραδιοφωνικός παραγωγός. Το 2009 δημιούργησε το ιστολόγιο «Πειραιόραμα Ιστορίας και Πολιτισμού», με αποκλειστικό σκοπό την προβολή της ιστορίας του Πειραιά. Ραδιοφωνικός παραγωγός στην Δημοτική Ραδιοφωνία Πειραιά «Κανάλι Ένα» (90,4) και στον σταθμό «Πειραϊκή Εκκλησία» (91,2).

Έχει δώσει πλήθος ομιλιών και διαλέξεων με θέματα από την ναυτική και την τοπική ιστορία, σε σχολεία δημοτικά, γυμνάσια και λύκεια, σε πολιτιστικούς συλλόγους και σε πνευματικά ιδρύματα. Διετέλεσε διδάσκων εισηγητής στο πρόγραμμα «Ενορία Εν Δράσει» της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και είναι εισηγητής στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα του Ιδρύματος Λασκαρίδη, με τίτλο «Το μεγάλο λιμάνι σταυροδρόμι των εξελίξεων στην ελληνική ιστορία» που απευθύνεται σε μαθητές δημοτικών σχολείων και γυμνασίων.

Το 2014 εκλέχθηκε Γενικός Γραμματέας της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς και από το 2016 είναι Πρόεδρος αυτής. Είναι μέλος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, του Πειραϊκού Συνδέσμου, του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος και της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου.

Έχει ξεπεράσει τις 160 διαλέξεις σε πνευματικά και πολιτιστικά κέντρα του Πειραιά.

Πάνω από 800 άρθρα πειραϊκής και ναυτικής ιστορίας έχουν δημοσιευθεί σε εφημερίδες και περιοδικά και έχουν αναρτηθεί στο διαδίκτυο από διάφορες ιστοσελίδες. Έχει τιμηθεί από πολλούς συλλόγους στον Πειραιά και έχει μετάσχει ως εξωτερικός συνεργάτης σε τηλεοπτικές παραγωγές. Προσέφερε από διάφορες θέσεις τις υπηρεσίες του ως μέλος, γραμματέας και Πρόεδρος Επιτροπών Κοινωνικής Συμπαράστασης. Υπήρξε Μέλος Διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Παλαιών Προσκόπων Νέου Φαλήρου και διετέλεσε Γενικός Γραμματέας και υπαρχηγός δράσεων αυτής. Έχει τιμηθεί με το Χαλκούν Μετάλλιο Ερυθρού Σταυρού, το Μετάλλιο Παλαιού Προσκόπου και το Μετάλλιο Αθανασίου Λευκαδίτη.

 

 


 



Σχετικά άρθρα

Τελευταια

Εφημερεύοντα Φαρμακεία ΑΤΤΙΚΗΣ